Πρόκειται για πρωτοφανή επιθετική ενέργεια που όμοια της δεν έχει καταγραφεί στο παρελθόν.
Πτήσεις πάνω από ελληνικά εδάφη πραγματοποίησε σχηματισμός 6 τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών (4 F-16 & 2 RF-4). Εισήλθε στο FIR Αθηνών νοτίως της Σάμου, στις 13:05 χωρίς να καταθέσει σχέδια πτήσεως.
Όπως ανακοινώθηκε από το ΓΕΕΘΑ, στις 13:08 τα αεροσκάφη του σχηματισμού πέταξαν πάνω από το Φαρμακονήσι, στις 13:09 πέταξαν πάνω από το Αγαθονήσι, στις 13:17 πέταξαν πάνω από τη Λεβίθα (ανατολικά Αμοργού), στις 13:18 πέταξαν πάνω από την Κίναρο (ανατολικά της Αμοργού), στις 13:25 πέταξαν πάνω από τους Φούρνους και στις 13:28 πέταξαν πάνω από το Αγαθονήσι.
Κατά τη διάρκεια των υπερπτήσεων τα αεροσκάφη πετούσαν σε ύψος από 20.000 έως 26.000 πόδια και εξήλθαν του FIR Αθηνών νοτίως Σάμου, στις 13:28.
Τα τουρκικά αεροσκάφη αναγνωρίσθηκαν και αναχαιτίσθηκαν από αντίστοιχα ελληνικά μαχητικά, σύμφωνα με τους διεθνούς κανόνες και κατά πάγια πρακτική.http://www.nooz.gr/
το πήραμε από:infognomonpolitics.blogspot.com
Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010
Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010
Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης - Ἡ Σταχομαζώχτρα
Μεγάλην ἐξέφρασεν ἔκπληξιν ἡ γειτόνισσα τὸ Ζερμπινιώ, ἰδοῦσα τῇ ἡμέρᾳ τῶν Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 187... τὴν θεια-Ἀχτίτσα φοροῦσαν καινουργῆ μανδήλαν, καὶ τὸν Γέρο καὶ τὴν Πατρώνα μὲ καθαρὰ ὑποκαμισάκια καὶ μὲ νέα πέδιλα.
Τοῦτο δὲ διότι ἦτο γνωστότατον ὅτι ἡ θεια-Ἀχτίτσα εἶχεν ἰδεῖ τὴν προῖκα τῆς κόρης της πωλούμενην ἐπὶ δημοπρασίας πρὸς πληρωμὴν τῶν χρεῶν ἀναξίου γαμβροῦ, διότι ἦτο ἔρημος καὶ χήρα καὶ διότι ἀνέτρεφε τὰ δυὸ ὀρφανὰ ἔγγονά της μετερχομένη ποικίλα ἐπαγγέλματα. Ἦτο (ἂς εἶναι μοναχή της!) ἀπ᾿ ἐκείνας ποὺ δὲν ἔχουν στὸν ἥλιο μοῖρα. Ἡ γειτόνισσα τὸ Ζερμπινιὼ ὤκτειρε τὰς στερήσεις τῆς γραίας καὶ τῶν δυὸ ὀρφανῶν, ἀλλὰ μήπως ἦτο καὶ αὐτὴ πλουσία, διὰ νὰ ἔλθῃ αὐτοῖς ἀρωγὸς καὶ παρήγορος;
Εὐτυχὴς ὁ μακαρίτης, ὁ μπαρμπα-Μιχαλιός, ὅστις προηγήθη εἰς τὸν τάφον τῆς συμβίας Ἀχτίτσας, χωρὶς νὰ ἴδῃ τὰ δεινὰ τὰ ἐπικείμενα αὐτῇ μετὰ τὸν θάνατόν του. Ἦτο καλῆς ψυχῆς, ἂς εἶχε ζωή! ὁ συχωρεμένος. Τὰ δυὸ παιδιά, τὰ ἀδιαφόρετα, ὁ Γεώργης καὶ ὁ Βασίλης, ἐπνίγησαν βυθισθείσης τῆς βρατσέρας των τὸν χειμῶνα τοῦ ἔτους 186... Ἡ βρατσέρα ἐκείνη ἀπωλέσθη αὔτανδρος, τί φρίκη, τί καημός! Τέτοια τρομάρα καμμιᾶς καλῆς χριστιανῆς νὰ μὴν τῆς μέλλῃ.
Ὁ τρίτος ὁ γυιός της, ὁ σουρτούκης, τὸ χαμένο κορμί, ἐξενιτεύθη, καὶ εὑρίσκετο, ἔλεγαν, εἰς τὴν Ἀμερικήν. Πέτρα ἔρριξε πίσω του. Μήπως τὸν εἶδε; Μήπως τὸν ἤκουσεν; Ἄλλοι πάλιν πατριῶτες εἶπαν ὅτι ἐνυμφεύθη εἰς ἐκεῖνα τὰ χώματα, κ᾿ ἐπῆρε, λέει, μιὰ φράγκα. Μιὰ ῾γγλεζοπούλα, ἕνα ξωθικό, ποὺ δὲν ἤξευρε νὰ μιλήσῃ ρωμέικα. Μὴ χειρότερα! Τί νὰ πῇ κανείς, ἠμπορεῖ νὰ καταρασθῇ τὸ παιδί του, τὰ σωθικά του, τὰ σπλάχνα του;
Ἡ κόρη της ἀπέθανεν εἰς τὸν δεύτερον τοκετόν, ἀφεῖσα αὐτῇ τὰ δυὸ ὀρφανὰ κληρονομίαν. Ὁ πατεριασμένος τους ἐζοῦσε ἀκόμα (ποὺ νὰ φτάσουν τὰ μαντᾶτα του, ὥρα τὴν ὥρα!), μὰ τί νοικοκύρης, τὸ πρόκοψε ἀλήθεια! Χαρτοπαίκτης, μέθυσος καὶ [μὲ] ἄλλας ἀρετὰς ἀκόμη. Εἶπαν πῶς ξαναπαντρεύτηκε ἀλλοῦ, διὰ νὰ πάρῃ καὶ ἄλλον κόσμον εἰς τὸν λαιμόν του, ὁ ἀσυνείδητος! Τέτοιοι ἄντρες!... Ἔκαμε δὰ κι αὐτὴ ἕνα γαμπρό, μὰ γαμπρὸ (τὸ λαμπρὸ τ᾿ νὰ βγῆ!).
Τί νὰ κάμῃ, ἔβαλε τὰ δυνατά της, κ᾿ ἐπροσπαθοῦσε ὅπως-ὅπως νὰ ζήσῃ τὰ ὀρφανά. Τί ἀξιολύπητα, τὰ καημένα! Κατὰ τὰς διαφόρους ὥρας τοῦ ἔτους, ἐβοτάνιζε, ἀργολογοῦσε, ἑμάζωνε ἐλιές, ἐξενοδούλευε. Ἑμάζωνε κούμαρα καὶ τὰ ἔβγαζε ρακί. Μερικὰ στέμφυλα ἀπ᾿ ἐδῶ, κάμποσα βότσια ἀραβοσίτου ἀπ᾿ ἐκεῖ, ὅλα τὰ ἐχρησιμοποίει. Εἶτα κατὰ Ὀκτώβριον, ἅμα ἤνοιγαν τὰ ἐλαιοτριβεῖα, ἔπαιρνεν ἕνα εἶδος πῆχυν, ἓν πενηντάρι ἐκ λευκοσιδήρου, μίαν στάμναν μικράν, κ᾿ ἐγύριζεν εἰς τὰ ποτόκια, ὅπου κατεστάλαζαν αἱ ὑποσταθμοὶ τοῦ ἐλαίου, κ᾿ ἑμάζωνε τὴν μούργα. Διὰ τῆς μεθόδου ταύτης ὠκονόμει ὅλον τὸ ἐνιαύσιον ἔλαιον τοῦ λυχναρίου της.
Ἀλλὰ τὸ πρώτιστον εἰσόδημα τῆς θεία-Ἀχτίτσας προήρχετο ἐκ τοῦ σταχομαζώματος. Τὸν Ἰούνιον κατ᾿ ἔτος ἐπεβιβάζετο εἰς πλοῖον, ἔπλεεν ὑπερπόντιος καὶ διεπεραιοῦτο εἰς Εὔβοιαν. Περιεφρόνησε τὸ ὀνειδιστικὸν ἐπίθετον τῆς «καραβωμένης», ὅπερ ἐσφενδόνιζον ἄλλα γύναια κατ᾿ αὐτῆς, διότι ὄνειδος ἀκόμη ἐθεωρεῖτο τὸ νὰ πλέῃ γυνὴ εἰς τὰ πελάγη. Ἐκεῖ, μετ᾿ ἄλλων πτωχῶν γυναικῶν, ἠσχολεῖτο συλλέγουσα τοὺς ἀστάχυς, τοὺς πίπτοντας ἀπὸ τῶν δραγμάτων τῶν θεριστῶν, ἀπὸ τῶν φορτωμάτων καὶ κάρρων. Κατ᾿ ἔτος, οἱ χωρικοὶ τῆς Εὐβοίας καὶ τὰ χωριατόπουλα ἔρριπτον κατὰ πρόσωπον αὐτῶν τὸ σκῶμμα: «Νά! οἱ φ᾿στάνες! μᾶς ᾖρθαν πάλιν οἱ φ᾿στάνες!» Ἀλλ᾿ αὕτη ἔκυπτεν ὑπομονητική, σιωπηλή, συνέλεγε τὰ ψιχία ἐκεῖνα τῆς πλούσιας συγκομιδῆς τοῦ τόπου, ἀπήρτιζε τρεῖς ἢ τεσσάρας σάκκους, ὁλόκληρον ἐνιαυσίαν ἐσοδείαν δι᾿ ἐαυτὴν καὶ διὰ τὰ δυὸ ὀρφανά, τὰ ὁποῖα εἶχεν ἐμπιστευθῆ ἐν τῷ μεταξὺ εἰς τὰς φροντίδας τῆς Ζερμπινιῶς, καὶ ἀποπλέουσα ἐπέστρεφεν εἰς τὸ παραθαλάσσιον χωρίον της.
*
Πλὴν ἐφέτος, δηλ. τὸ ἔτος ἐκεῖνο, ἀφορία εἶχε μαστίσει τὴν Εὔβοιαν. Ἀφορία εἰς τὸν ἐλαιῶνα τῆς μτκρᾶς νήσου, ὅπου κατῴκει ἡ Θεία-Ἀχτίτσα. Ἀφορία εἰς τὰς ἀμπέλους καὶ εἰς τοὺς ἀραβοσίτους, ἀφορία σχεδὸν καὶ εἰς αὐτὰ τὰ κούμαρα, ἀφορία πανταχοῦ.
Εἶτα, ἐπειδὴ οὐδὲν κακὸν ἔρχεται μόνον, βαρὺς χειμὼν ἐνέσκηψεν εἰς τὰ βορειότερα ἐκεῖνα μέρη. Ἀπὸ τοῦ Νοεμβρίου μηνός, χωρὶς σχεδὸν νὰ πνεύσῃ νότος καὶ νὰ πέση βροχή, ἤρχισε νὰ χιονίζῃ. Μόλις ἔπαυεν εἷς νιφετὸς καὶ ἤρχιζεν ἄλλος. Ἐνίοτε ἔπνεε ξηρὸς βορρᾶς, σφίγγων ἔτι μᾶλλον τὰ χιόνια, τὰ ὁποῖα δὲν ἔλυωναν εἰς τὰ βουνά. «Ἐπερίμεναν ἄλλα».
Ἡ γραῖα μόλις εἶχε προλάβει νὰ μεταφέρῃ ἐπὶ τῶν ὤμων της ἀπὸ τῶν φαράγγων καὶ δρυμῶν, ἀγκαλίδας τινὰς ξηρῶν ξύλων, ὄσαι μόλις θὰ ἤρκουν διὰ δυὸ ἑβδομάδας ἢ τρεῖς, καὶ βαρὺς ὁ χειμὼν ἐπέπεσε. Περὶ τὰ μέσα Δεκεμβρίου μόλις ἐπῆλθε μικρὰ διακοπή, καὶ δειλαί τινες ἀκτῖνες ἡλίου ἐπεφάνησαν ἐπιχρυσοῦσαι τὰς ὑψηλοτέρας στέγας. Ἡ θεια-Ἀχτίτσα ἔτρεξεν εἰς τὰ «ὀρμάνια» ἵνα προλάβῃ καὶ εἰσκομίσῃ καυσόξυλα τίνα. Τὴν ἐπαύριον ὁ χειμὼν κατέσκηψεν ἀγριώτερος. Μέχρι τῶν Χριστουγέννων οὐδεμία ἡμέρα εὔδιος, οὐδεμία γωνία οὐρανοῦ ὁρατή, οὐδεμία ἀκτὶς ἡλίου.
Κραταιὸς καὶ βαρύπνοος βορρᾶς, χιονιστής, ἐφύσα κατὰ τὰς παραμονὰς τῆς ἁγίας ἡμέρας. Αἱ στέγαι τῶν οἰκιῶν ἦσαν κατάφορτοι ἐκ σκληρυνθείσης χιόνος. Τὰ συνήθη παίγνια τῶν ὁδῶν καὶ τὰ χιονοβολήματα ἔπαυσαν. Ὁ χειμὼν ἐκεῖνος δὲν ἦτο φιλοπαίγμων. Ἀπὸ τῶν κεράμων τῶν στεγῶν ἐκρέμαντο ὡς ὥριμοι καρποὶ σπιθαμαῖα κρύσταλλα, τὰ ὁποῖα οἱ μάγκαι τῆς γειτονιᾶς δὲν εἶχον πλέον ὄρεξιν νὰ τρώγουν.
Τὴν ἑσπέραν τῆς 23ης ὁ Γέρος εἶχεν ἔλθει ἀπὸ τὸ σχολεῖον περιχαρής, διότι ἀπὸ τῆς αὔριον ἔπαυον τὰ μαθήματα. Πρὶν ξεκρεμάσῃ τὸν φύλακα ἀπὸ τῆς μασχάλης του, ὁ Γέρος πεινασμένος ἤνοιξε τὸ δουλάπι, ἀλλ᾿ οὐδὲ ψωμὸν ἄρτου εὖρεν ἐκεῖ. Ἡ γραῖα εἶχεν ἐξέλθει, ἴσως πρὸς ζήτησιν ἄρτου. Ἡ ἀτυχὴς Πατρώνα ἐκάθητο ζαρωμένη πλησίον τῆς ἑστίας, ἀλλ᾿ ἡ ἑστία ἦτο σβεστή. Ἐσκάλιζε τὴν στάκτην, νομίζουσα ἐν τῇ παιδικῇ ἀφελείᾳ της (ἦτο μόλις τετραετές, τὸ πτωχὸν κοράσιον) ὅτι ἡ ἑστία εἶχε πάντοτε τὴν ἰδιότητα νὰ θερμαίνῃ, καὶ ἂς μὴ καίῃ. Ἀλλ᾿ ἡ στάκτη ἦτο ὑγρά. Σταλαγμοὶ ὕδατος, ἐκ χιόνος τακείσης ἴσως διὰ τίνος λαθραίας καὶ παροδικῆς ἀκτῖνος ἡλίου, εἶχον ρεύσει διὰ τῆς καπνοδόχου.
Ὁ Γέρος, ὅστις ἦτο ἑπταετὴς μόλις, ἕτοιμος νὰ κλαύσῃ διότι δὲν εὕρισκε ψιχίον τι πρὸς κορεσμὸν τῆς πείνης του, ἤνοιξεν τὸ μόνον παράθυρον, ἔχον τριῶν σπιθαμῶν μῆκος. Ὁ οἰκίσκος ὅλος, χθαμαλός, ἠμιφάτνωτος μὲ εἶδος σοφᾶ, εἶχεν ὕψος δυὸ ἴσως ὀργυιῶν ἀπὸ τοῦ ἐδάφους μέχρι τῆς ὀροφῆς.
Ὁ Γέρος ἀνεβίβασε σκαμνίον τι ἐπὶ τοῦ λιθίνου ἐρείσματος τοῦ παραθύρου, ἀνέβη ἐπὶ τοῦ σκαμνίου, ἐστηρίχθη διὰ τῆς ἀριστερᾶς ἐπὶ τοῦ παραθυρόφυλλου, ἀνοικτοῦ, ἐστηλώθη μετὰ τόλμης πρὸς τὴν ὀροφήν, ἀνέτεινε τὴν δεξιάν, καὶ ἀπέσπασεν ἓν κρύσταλλον, ἐκ τῶν κοσμούντων τοὺς «σταλαγμούς» τῆς στέγης. Ἤρχισε νὰ τὸ ἐκμυζᾷ βραδέως καὶ ἡδονικῶς, καὶ ἔδιδε καὶ εἰς τὴν Πάτρωνα νὰ φάγῃ. Ἐπείνων τὰ κακόμοιρα.
*
Ἡ γραῖα Ἀχτίτσα ἐπανῆλθε μετ᾿ ὀλίγον φέρουσα πρᾶγμα τι τυλιγμένον εἰς τὸ κόλπον της. Ὁ Γέρος, ὅστις ἐγνώριζεν ἐκ τῆς παιδικῆς του πείρας ὅτι ποτὲ ἄνευ αἰτίας δὲν ἐφούσκωναν οἱ κόλποι τῆς μάμμης του, ἀναπηδήσας ἔτρεξεν εἰς τὸ στῆθος της, ἐνέβαλε τὴν χεῖρα καὶ ἀφῆκε κραυγὴν χαρᾶς. Τεμάχιον ἄρχου εἶχεν «οἰκονομήσει» καὶ τὴν ἑσπέραν ἐκείνην ἡ καλή, καίτοι ὀλίγον τι αὐστηρὰ μάμμη, τὶς οἶδεν ἀντὶ ποίων ἐξευτελισμῶν καὶ διὰ πόσων ἐκλιπαρήσεων!
Καὶ τί δὲν ἤθελεν ὑποστῇ, πρὸς ποῖας θυσίας ἠδύνατο νὰ ὀπισθοδρομήσῃ, διὰ τὴν ἀγάπην τῶν δυὸ τούτων παιδίων, τὰ ὁποῖα ἦσαν δὶς παιδία δι᾿ αὐτήν, καθ᾿ ὅσον ἦσαν τὰ τέκνα τοῦ τέκνου της! Ἐν τούτοις δὲν ἤθελε νὰ δεικνύῃ αὐτοῖς μεγάλην ἀδυναμίαν, καὶ «ἥμερο μάτι δὲν τοὺς ἔδιδε». Ἐκάλει τὸν ἄρρενα «Γέρον», διότι εἶχε τὸ ὄνομα τοῦ ἀληθοῦς Γέρου της, τοῦ μακαρίτου τοῦ μπαρμπα-Μιχαλιοῦ, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα τῆς ἐπόνει ν᾿ ἀκούσῃ ἢ νὰ προφέρῃ. Τὸ ταλαίπωρον τὸ θῆλυ τὸ ἐκάλει Πάτρωνα θωπευτικῶς, καὶ ὀλίγον «σὰν ἀρχοντοξεπεσμένη ποὺ ἦτον», μὴ ἀνεχομένη ν᾿ ἀκούῃ τὸ Ἀργυρώ, τὸ ὄνομα τῆς κόρης της, ὅπερ ἐδόθη ὡς κληρονομιὰ εἰς τὸ ὀρφανόν, λεχοῦς θανούσης ἐκείνης. Πλὴν τοῦ ὑποκορισμοῦ τούτου οὐδεμίαν ἄλλην ἐπιδεικτικὴν τρυφερότητα ἀπένεμεν εἰς τὰ δυὸ πτωχὰ πλάσματα, ἀλλὰ μᾶλλον πρακτικὴν ἀγάπην καὶ προστασίαν.
Ἡ ταλαίπωρος γραῖα ἔστρωσε διὰ τὰ δυὸ ὀρφανά, ἵνα κοιμηθῶσιν, ἀνεκλίθη καὶ αὐτὴν πλησίον των, τοῖς εἶπε νὰ φυσήσουν ὑποκάτωθεν τοῦ σκεπάσματός των διὰ νὰ ζεσταθοῦν, τοῖς ὑπεσχέθη ψευδόμενη, ἀλλ᾿ ἐλπίζουσα νὰ ἐπαληθεύσῃ, ὅτι αὔριον ὁ Χριστὸς θὰ φέρῃ ξύλα καὶ ψωμὶ καὶ μίαν χύτραν κοχλάζουσαν ἐπὶ τοῦ πυρός, καὶ ἔμεινεν ἄυπνος πέραν τοῦ μεσονυκτίου, ἀναλογιζομένη τὴν πικρὰν τύχην της.
Τὸ πρωί, μετὰ τὴν λειτουργίαν (ἦτο ἡ παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων) ὁ παπα-Δημήτρης, ὁ ἐνορίτης της, ἐπαρουσιάσθη αἴφνης εἰς τὴν θύραν τοῦ πενιχροῦ οἰκίσκου:
- Καλῶς τὰ ῾δέχθης, τῆς εἶπε μειδιῶν.
«Καλῶς τὰ ῾δέχθη» αὐτή! Καὶ ἀπὸ ποῖον ἐπερίμενε τίποτε;
- Ἔλαβα ἕνα γράμμα διά σέ, Ἀχτίτσα, προσέθηκεν ὁ γέρων ἱερεὺς τινάσσων τὴν χιόνα ἀπὸ τὸ ράσον καὶ τὸ σάλι του.
- Ὁρίστε, δέσποτα! Καὶ μακάρι ἔχω τὴ φωτιά, ἐψιθύρισεν πρὸς ἑαυτήν, ἢ τὸ γλυκὸ καὶ τὸ ρακὶ νὰ τὸν φιλέψω;
Ὁ ἱερεὺς ἀνέβη τὴν τετράβαθμον κλίμακα καὶ ἐλθὼν ἐκάθησεν ἐπὶ τοῦ σκαμνίου. Ἠρεύνησε δὲ εἰς τὸν κόλπον του καὶ ἐξήγαγεν μέγα φάκελλον μὲ πολλὰς καὶ ποικίλας σφραγῖδας καὶ γραμματόσημα.
- Γράμμα, εἶπες παπά; ἐπανέλαβεν ἡ Ἀχτίχσα, μόλις τότε ἀρχίσασα νὰ ἐννοῇ τὶ τῆς ἔλεγεν ὁ ἱερεύς.
Ὁ φάκελλος, ὃν εἶχεν ἐξαγάγει ἐκ τοῦ κόλπου του, ἐφαίνετο ἀνοικτὸς ἀπὸ τὸ ἓν μέρος.
- Ἀπόψε ἔφθασε τὸ βαπόρι, ἐπανέλαβεν ὁ ἐφημέριος, ἐμένα μου τὸ ἔφεραν τώρα, μόλις ἐβγῆκα ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν.
Καὶ ἐνθεὶς τὴν χεῖρα ἔσω τοῦ φακέλλου ἐξήγαγε διπλωμένον χαρτίον.
- Τὸ γράμμα εἶναι πρὸς ἐμέ, προσέθηκεν, ἀλλὰ σὲ ἀποβλέπει.
- Ἐμένα; ἐμένα; ἐπανελάμβανεν ἔκπληκτος ἡ γραῖα.
Ὁ παπα-Δημήτρης ἐξεδίπλωσεν τὸ χαρτίον.
- Εἶδεν ὁ θεὸς τὸν πόνον σου καὶ σοῦ στέλνει μικρὰν βοήθειαν, εἶπεν ὁ ἀγαθὸς ἱερεύς. Ὁ γυιός σου σοῦ γράφει ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν.
- Ἀπ᾿ τηνΑμέρικα; Ὁ Γιάννης! Ὁ Γιάννης μὲ θυμήθηκεν; ἀνέκραξεν περιχαρής, ποιοῦσα τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ ἡ γραῖα.
Καὶ εἶτα προσέθηκε:
- Δόξα σοι, ὁ Θεός!
Ὁ ἱερεὺς ἔβαλε τὰ γυαλιά του καὶ ἐδοκίμασε ν᾿ ἀναγνώση:
- Εἶναι κακογραμμένα ἐπανέλαβε, κ᾿ ἐγὼ δυσκολεύομαι νὰ διαβάζω αὐτὲς τὶς τζίφρες ποὺ ἔβγαλαν τώρα, ἀλλὰ θὰ προσπαθήσωμεν νὰ βγάλωμεν νόημα.
Καὶ ἤρχισε μετὰ δυσκολίας, καὶ σκοντάπτων συχνά, ν᾿ ἀναγινώσκη:
«Παπα-Δημήτρη, τὸ χέρι σου φιλῶ. Πρῶτον ἐρωτῶ διὰ τὸ αἴσιον, κ.τ.λ., κ.τ.λ. Ἐγὼ λείπω πολλὰ χρόνια καὶ δὲν ἠξεύρω αὐτοῦ τὶ γίνονται, οὔτε ἂν ζοῦν ἢ ἀπέθαναν. Εἶμαι εἰς μακρινὸν μέρος, πολὺ βαθιὰ εἰς τὸν Παναμᾶ, καὶ δὲν ἔχω καμμία συγκοινωνίαν μὲ ἄλλους πατριῶτες ποὺ εὑρίσκονται εἰς τὴν Ἀμερικήν. Πρὸ τριῶν χρόνων ἐντάμωσα τὸν (δεῖνα) καὶ τὸν (δεῖνα), ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἔλειπαν χρόνους πολλούς, καὶ δὲν ἤξευραν τί γίνεται εἰς τὸ σπίτι μας.
»Ἐὰν ζῇ ὁ πατέρας ἢ ἡ μητέρα μου, εἰπέ τους νὰ μὲ συγχωρήσουν, διότι διὰ καλὸ πάντα πασχίζει ὁ ἄνθρωπος, καὶ εἰς κακὸ πολλὲς φορὲς βγαίνει. Ἐγὼ ἀρρώστησα δυὸ φορὲς ἀπὸ κακὲς ἀσθένειες τοῦ τόπου ἐδῶ, καὶ ἔκαμα πολὺν καιρὸν εἰς τὰ σπιτάλια. Τὰ ὅ,τι εἶχα καὶ δὲν εἶχα ἐπῆγαν εἰς τὴν ἀσθένειαν καὶ μόλις ἐγλύτωσα τὴν ζωήν μου. Εἶχα ὑπανδρευθεῖ πρὸ δέκα χρόνων, κατὰ τὴν συνήθειαν τοῦ τόπου ἐδῶ, ἀλλὰ τώρα εἶμαι ἀπόχηρος, καὶ ἄλλο καλύτερον δὲν ζητῶ παρὰ τὸ νὰ πιάσω ὀλίγα χρήματα νὰ ἔλθω εἰς τὴν πατρίδα, ἂν προφθάσω τοὺς γονεῖς μου νὰ μ᾿ εὐλογήσουν. Καὶ νὰ μὴν ἔχουν παράπονο εἰς ἐμέ, διότι ἔτσι θέλει ὁ Θεός, καὶ δὲν ἠμποροῦμε νὰ πᾶμε κόντρα. Καὶ νὰ μὴ βαρυγνωμοῦν, διότι ἂν δὲν εἶναι θέλημα Θεοῦ, δὲν ἠμπορεῖ ἄνθρωπος νὰ προκόψῃ.
»Σοῦ στέλνω ἐδῶ ἐσωκλείστως ἕνα συνάλλαγμα ἐπ᾿ ὀνόματί σου, νὰ ὑπογράψῃς ἡ ἁγιωσύνη σου, καὶ νὰ φροντίσουν νὰ τὸ ἐξαργυρώσουν ὁ πατέρας ἢ ἡ μητέρα ἐὰν ζοῦν. Καὶ ἄν, ὃ μὴ γένοιτο, εἶναι ἀποθαμένοι, νὰ τὸ ἐξαργυρώσῃς ἡ ἁγιωσύνη σου, νὰ δώσῃς εἰς κανένα ἀδελφόν μου, ἐὰν εἶναι αὐτοῦ, ἢ εἰς κανὲν ἀνίψι μου καὶ εἰς ἄλλα πτωχά. Καὶ νὰ κρατήσῃς καὶ ἡ ἀγιωσύνη σου, ἐὰν οἱ γονεῖς μου εἶναι ἀποθαμένοι, ἓν μέρος τοῦ ποσοῦ αὐτοῦ διὰ τὰ σαρανταλείτουργα...».
Πολλὰ ἔλεγεν ἡ ἐπιστολὴ αὕτη καὶ ἓν σπουδαῖον παρέλειπε. Δὲν ἀνέφερε τὸ ποσὸν τῶν χρημάτων, δι᾿ ὅσα ἦτο ἡ συναλλαγματική. Ὁ παπα-Δημήτρης παρατηρήσας τὸ πρᾶγμα, ἐξέφερε τὴν εἰκασίαν, ὅτι ὁ γράψας τὴν ἐπιστολήν, λησμονήσας, νομίζων ὅτι εἶχεν ὁρίσει τὸ ποσὸν τῶν χρημάτων παραπάνω, ἐνόμισε περιττὸν νὰ τὸ ἐπαναλάβῃ παρακατιῶν, δι᾿ ὃ καὶ ἔλεγε «τοῦ ποσοῦ αὐτοῦ».
Ἐν τούτοις ἄφατος ἦτο ἡ χαρὰ τῆς Ἀχτίτσας, λαβούσης μετὰ τόσα ἔτη εἰδήσεις περὶ τοῦ υἱοῦ της. Ὡς ὑπὸ τέφραν κοιμώμενος ἀπὸ τόσων ἐτῶν, ὁ σπινθὴρ τῆς μητρικῆς στοργῆς ἀνέθορεν ἐκ τῶν σπλάγχνων εἰς τὸ πρόσωπόν της καὶ ἡ γεροντική, ρικνή, καὶ ἐρρυτιδωμένη ὄψις της ἠγλαΐσθη μὲ ἀκτίνα νεότητος καὶ καλλονῆς.
Τὰ δυὸ παιδία, ἂν καὶ δὲν ἐνόουν περὶ τίνος ἐπρόκεττο, ἰδόντα τὴν χαρὰν τῆς μάμμης των, ἤρχισαν νὰ χοροπηδῶσι.
*
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης δὲν ἦτο ἰδίως προεξοφλητής, ἢ τοκιστῆς, ἢ ἔμπορος· ἦτο ὅλα αὐτὰ ὁμοῦ. Ἕνα φόρον ἐπιτηδεύματος ἐπλήρωνεν, ἀλλ᾿ ἔκαμνε τρεῖς τέχνας.
Ἡ γραῖα Ἀχτίτσα, εἰς φοβερὰν διατελοῦσα ἔνδειαν, ἔλαβε τὸ παρὰ τοῦ υἱοῦ της ἀποσταλὲν γραμμάτιον, ἐφ᾿ οὗ ἐφαίνοντο γράμματα κόκκινα καὶ μαῦρα, ἄλλα ἔντυπα καὶ ἄλλα χειρόγραφα, ἐξ ὧν δὲν ἐνόει τίποτε οὔτε ὁ γηραιὸς ἐφημέριος οὔτε αὐτή, καὶ μετέβη εἰς τὸ μαγαζὶ τοῦ κὺρ Μαργαρίτη.
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης ἐρρόφησε δραγμίδα ταμβάκου, ἐτίναξε τὴν βράκαν του, ἐφ᾿ ἧς ἔπιπτε πάντοτε μέρος ταμβάκου, κατεβίβασε μέχρι τῶν ὀφρύων τὴν σκούφιαν του, ἔβαλε τὰ γυαλιά του, καὶ ἤρχισε νὰ ἐξετάζῃ διὰ μακρῶν τὸ γραμμάτιον.
- Ἔρχεται ἀπ᾿ τὴν Ἀμέρικα; εἶπε. Σ᾿ ἐθυμήθηκε, βλέπω, ὁ γυιός σου. Μπράβο, χαίρομαι.
Εἶτα ἐπανέλαβεν:
- Ἔχει τὸν ἀριθμὸν 10, ἀλλὰ δὲν ξέρουμε τί εἴδους μονέδα νὰ εἶναι, δέκα σελλίνια, δέκα ρούπιες, δέκα κολωνάτα ἢ δέκα...
Διεκόπη. Παρ᾿ ὀλίγον θὰ ἔλεγε «δέκα λίρες».
- Νὰ φωνάξουμε τὸ δάσκαλο, ἐμορμύρισεν ὁ κὺρ Μαργαρίτης, ἴσως ἐκεῖνος ξεύρη νὰ τὸ διαβάσῃ. Τί γλῶσσα νὰ εἶναι τάχα;
Ὁ ἑλληνοδιδάσκαλος, ὅστις ἐκάθητο βλέπων τοὺς παίζοντας τὸ κιάμο εἰς παράπλευρον καφενεῖον, παρακληθεὶς μετέβη εἰς τὸ μαγαζὶ τοῦ κὺρ Μαργαρίτη. Εἰσῆλθεν, ὀρθός, δύσκαμπτος, ἔλαβε τὸ γραμμάτιον, παρεκάλεσε τὸν κὺρ Μαργαρίτη νὰ τὸν δανείσῃ τὰ γυαλιά του, καὶ ἤρχισε νὰ συλλαβίζῃ τοὺς Λατινικοὺς χαρακτῆρας:
- Πρέπει νὰ εἶναι ἀγγλικά, εἶπεν, ἐκτὸς ἂν εἶναι γερμανικά. Ἀπὸ ποῦ ἔρχεται αὐτὸ τὸ δελτάριον;
- Ἀπ᾿ τὴν Ἀμέρικα, κὺρ δάσκαλε, εἶπεν ἡ θεια-Ἀχτίτσα.
- Ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν; τότε θὰ εἶναι ἀγγλικόν.
Καὶ ταῦτα λέγων προσεπάθει νὰ συλλαβίσῃ τὰς λέξεις ten pounds sterling, ἃς ἔφερε χειρογράφους ἡ ἐπιταγή.
Sterling, εἶπε· sterling θὰ σημαίνῃ τάλληρον, πιστεύω. Ἡ λέξις φαίνεται νὰ εἶναι τῆς αὐτῆς ἐτυμολογίας, ἀπεφάνθη δογματικῶς.
Καὶ ἐπέστρεψε τὸ γραμμάτιον εἰς χεῖρας τοῦ κὺρ Μαργαρίτη.
- Αὐτὸ θὰ εἶναι, εἶπε, καὶ ἐπειδὴ ὑπάρχει ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ὁ ἀριθμὸς 10, θὰ εἶναι χωρὶς ἄλλο γραμμάτιον διὰ δέκα τάλληρα. Τὸ κάτω-κάτω, ὀφείλω νὰ σᾶς εἴπω ὅτι δὲν γνωρίζω ἀπὸ χρηματιστικά. Εἰς ἄλλα ἡμεῖς ἀσχολούμεθα, οἱ ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων.
Καὶ τοῦτο εἰπών, ἐπειδὴ ἠσθάνθη ψῦχος εἰς τὸ κατάψυχρον καὶ πλακόστρωτον μαγαζεῖον τοῦ κὺρ Μαργαρίτη, ἐπέστρεψεν εἰς τὸ καφενεῖον, ἵνα θερμανθῇ.
*
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης εἶχεν ἀρχίσει νὰ τρίβῃ τὰ χεῖρας, καὶ ἐφαίνετο σκεπτόμενος.
- Τώρα, τί τὰ θέλεις, εἶπε στραφεὶς πρὸς τὴν γραίαν, οἱ καιροὶ εἶναι δύσκολοι, μεγάλα κεσάτια. Νὰ τὸ πάρω, νὰ σοῦ τὸ ἐξαργυρώσω, ξέρω πὼς εἶναι σίγουρος ὁ παράς μου, ξέρω ἂν δὲν εἶναι καὶ ψεύτικο; Ἀπὸ κεῖ κάτω, ἀπ᾿ τὸν χαμένο κόσμον, περιμένεις ἀλήθεια; Ὅλες οἱ ψευτιές, οἱ καλπουζανιὲς ἀπὸ κεῖ μᾶς ἔρχονται. Γυρίζουν τόσα χρόνια, οἱ σουρτούκηδες (μὲ συγχωρεῖς, δὲν λέγω τὸ γυιό σου) ἐκεῖ ποὺ ψένει ὁ ἥλιος τὸ ψωμί, καὶ δὲν νοιάζονται νὰ στείλουν ἕναν παρᾶ, ἕνα σωστὸν παρᾶ, μονάχα στέλνουν παλιόχαρτα.
Ἔφερε δυὸ βόλτες περὶ τὸ τεράστιον λογιστήριόν του, καὶ ἐπανέλαβε:
- Καὶ δὲν εἶναι μικρὸ πρᾶγμα αὐτό, νὰ σὲ χαρῶ, εἶναι δέκα τάλλαρα! Νὰ εἶχα δέκα τάλλαρα ἐγώ, παντρευόμουνα.
Εἶτα ἐξηκολούθησε:
- Μὰ τί νὰ σοῦ πῶ, σὲ λυποῦμαι, ποὺ εἶσαι καλὴ γυναίκα, κ᾿ ἔχεις κ᾿ ἐκεῖνα τὰ ὀρφανά. Νὰ κρατήσω ἐγὼ ἐνάμισυ τάλλαρο διὰ τοὺς κινδύνους ποὺ τρέχω καὶ γιὰ τὰ ὀχτώμισυ πλια... Καὶ γιὰ νά ῾μαστε σίγουροι, μὴ γυρεύῃς κολωνᾶτα, νὰ σοῦ δώσω πεντόφραγκα, γιὰ νὰ ῾μαστε μέσα. Ὀχτώμισυ πεντόφραγκα λοιπόν... Ἄ! ξέχασα!...
Τοὐναντίον, δὲν εἶχε ξεχάσει· ἀπ᾿ ἀρχῆς τῆς συνεντεύξεως αὐτὸ ἐσκέπτετο.
- Ὁ συχωρεμένος ὁ Μιχαλιὸς κάτι ἔκανε νὰ μοῦ δίνῃ, δὲν θυμοῦμαι τώρα...
Καὶ ἐπέστρεψεν εἰς τὸ λογιστήριόν του:
- Μὰ κ᾿ ἐκεῖνος ὁ τελμπεντέρης ὁ γαμπρός σου, μοῦ ἔφαγε δυὸ τάλλαρα θαρρῶ.
Καὶ ὠπλίσθη μὲ τὸ πελώριον κατάστιχόν του:
- Εἶναι δίκιο νὰ τὰ κρατήσω... ἐσένα, ὅσα σου δώσω, θὰ σοῦ φανοῦν χάρισμα.
Ἤνοιξε τὸ κατάστιχον.
Αἱ κατάπυκνοι καὶ μαυροβολοῦσαι σελίδες τοῦ κατάστιχου τούτου ὠμοίαζον μὲ πίονας ἀγρούς, μὲ γῆν ἀγαθήν. Ὅ,τι ἔσπειρέ τις ἐν αὐτῷ, ἐκαρποφόρει πολλαπλασίως.
Ἦτο ὡς νὰ ἔκοπτέ τις τὰ φύλλα τοῦ δενδρυλλίου, ἑκάστοτε ὅτε ἐγίνετο ἐξόφλησις κονδυλίου τινός, ἀλλ᾿ ἡ ρίζα ἔμενεν ὑπὸ τὴν γῆν, μέλλουσα καὶ πάλιν ν᾿ ἀναβλαστήσῃ.
Ὁ κὺρ Μαργαρίτης εὗρε παρευθὺς τοὺς δυὸ λογαριασμούς.
- Ἐννιὰ καὶ δεκαπέντε μοῦ χρωστοῦσε ὁ μακαρίτης ὁ ἄντρας σου, εἶπε· καὶ δυὸ τάλλαρα δανεικὰ καὶ ἀγύριστα τοῦ γαμπροῦ σου γίνονται...
Καὶ λαβὼν κάλαμον ἤρχισε νὰ ἐκτελῇ τὴν πρόσθεσιν πρῶτον καὶ τὴν ἀναγωγὴν τῶν ταλλήρων εἰς δραχμάς, εἶτα τὴν ἀφαίρεσιν ἀπὸ τοῦ ποσοῦ τῶν δέκα γαλλικῶν ταλλήρων.
- Κάνει νὰ σοῦ δίνω... ἤρχισε νὰ λέγῃ ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
Τὴ στιγμὴ ἐκείνη εἰσῆλθε νέον πρόσωπον.
*
Ἦτο ἔμπορος Συριανός, παρεπιδημῶν δι᾿ ὑποθέσεις εἰς τὴν μικρᾶν νῆσον.
Ἅμα εἰσελθὼν διηυθύνθη μετὰ μεγίστης ἐλευθερίας καὶ θάρρους εἰς τὸ λογιστήριον, ὅπου ἵστατο ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
- Τί ἔχουμε, κὺρ Μαργαρίτη;... Τ᾿ εἶν᾿ αὐτό; εἶπεν ἰδὼν πρόχειρον ἐπὶ τοῦ λογιστηρίου τὸ γραμμάτιον τῆς πτωχῆς χήρας.
Καὶ λαβὼν τοῦτο εἰς χεῖρας:
- Συναλλαγματικὴ διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν, εἶπε καθαρᾷ τῇ φωνῇ. Ποῦ εὑρέθη ἐδῶ; Κάμνεις καὶ τέτοιες δουλειές, κὺρ Μαργαρίτη;
- Γιὰ δέκα λίρες! ἐπανέλαβεν αὐθορμήτως ἡ θεια-Ἀχτίτσα ἀκούσασα εὐκρινῶς τὴν λέξιν.
- Ναί, διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας, εἶπε καὶ πάλιν στραφεὶς πρὸς αὐτὴν ὁ Ἑρμουπολίτης. Μήπως εἶναι δικό σου;
- Μάλιστα.
Ἡ Θεία-Ἀχτίτσα, ἐν καταφάσει, ἔλεγε πάντοτε «ναί», ἀλλὰ νῦν ἠμπορεῖ καὶ αὐτὴ πῶς εἶπε «μάλιστα», καὶ ποῦ εὗρε τὴν λέξιν ταύτην.
- Γιὰ δέκα ναπολεόνια θὰ εἶναι ἴσως, εἶπε δάκνων τὰ χείλη ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
- Σοῦ λέγω διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας, ἐπανέλαβε καὶ αὖθις ὁ Συριανὸς ἔμπορος. Παίρνεις ἀπὸ λόγια;
Καὶ ἔρριψε δεύτερον μακρὸν βλέμμα ἐπὶ τοῦ γραμματίου:
- Εἶναι σίγουρος παρᾶς, ἀρζάν-κοντάν, σοῦ λέγω. Θὰ τὸ ἐξοφλήσῃς, ἢ τὸ ἐξοφλῶ ἀμέσως;
Καὶ ἔκαμε κίνημα νὰ ἐξαγάγῃ τὸ χρηματοφυλάκιόν του.
- Μπορεῖ νὰ τὸ πάρῃ κανεὶς γιὰ ἐννέα λίρες... γαλλικές, εἶπε διστάζων ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
- Γαλλικές; Τὸ παίρνω ἐγὼ διὰ ἐννιὰ ἀγγλικές.
Καὶ στρέψας ὄπισθεν τὸ φύλλον τοῦ χάρτου, εἶδε τὴν ὑπογραφὴν ἣν εἶχε βάλει ὁ ἀγαθὸς ἱερεύς, παρέλαβεν αὐτὴν μὲ τὸ ὄνομα φερόμενον ἐν τῷ κειμένῳ, καὶ τὴν εὗρε σύμφωνον.
Καὶ ἀνοίξας τὸ χρηματοφυλάκιον ἐμέτρησεν εἰς τὴν χεῖρα τῆς θεια-Ἀχτίτσας καὶ πρὸ τῶν ἐκθάμβων ὀφθαλμῶν αὐτῆς ἐννέα στιλπνοτάτας ἀγγλικὰς λίρας.
*
Καὶ ἰδοὺ διατὶ ἡ πτωχὴ γραῖα ἐφόρει τὴ ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων καινουργῆ ἄδολην μανδήλαν, τὰ δὲ δυὸ ὀρφανὰ εἶχον καθαρὰ ὑποκαμισάκια διὰ τὰ ἰσχνὰ μέλη των καὶ θερμὴν ὑπόδεσιν διὰ τοὺς παγωμένους πόδας των.
π. Γεώργιος Μεταλληνός, Το μάθημα των Θρησκευτικών: Η ουσία και η εθνική σημασία του
ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ: Η ΟΥΣΙΑ ΚΑΙ Η ΕΘΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ
(Εισήγηση στην Δ΄ Επιμορφωτική Ημερίδα των Θεολόγων Ηπείρου, Κέρκυρας και Λευκάδας Λευκάδα, 7/2/2009)
Γράφει ο :
Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Ομότιμος Καθηγητής Παν/μίου Αθηνών
Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Ομότιμος Καθηγητής Παν/μίου Αθηνών
-Α-
Οι υποστηρίζοντες την απαλλαγή των μαθητών από το Μάθημα των Θρησκευτικών ισχυρίζονται, ότι, όπως διδάσκεται σήμερα δεν προσφέρει γνώσεις, αλλά «θρησκευτική κατήχηση βιωματικού χαρακτήρα» και είναι συνεπώς, «καθαρά ομολογιακό» και μάλιστα «μονοφωνικό». Υποστηρίζουν δε, συγκεκριμένα[1], ότι ικανοποιείεν πρώτοις την στοχοθεσία της Εκκλησίας, «η οποία μέσω ενός κρατικού μηχανισμού μεταδίδει τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις, αναζητώντας ακροατήριο» και «κατά δεύτερον ικανοποιεί το κράτος, το οποίο χρησιμοποιεί την θρησκεία ... για τον κοινωνικό έλεγχο μέσω της ηθικοποίησης των πολιτών του και -τέλος- ή μήπως πρωτίστως; ικανοποιεί επαγγελματικά μια κοινωνική ομάδα, η οποία προασπίζεται τα συλλογικά της συμφέροντα έναντι του συλλογικού αγαθού. Ποια είναι η λύση;» ερωτά. Και απαντά: «Κατάργηση τώρα». Επί πλέον, ο ομολογιακός χαρακτήρας του μαθήματος θεωρείται επικίνδυνος, «δεδομένης της μόνιμης ροπής των θρησκειών και των Εκκλησιών προς τον φονταμενταλισμό και την παραδοσιοκρατία». Πρόκειται για συνθηματολογία, φυσικά, προσδιοριζόμενη από το πνεύμα και τις στοχοθεσίες της Νέας Εποχής. Η απάντηση όμως είναι, ότι η θρησκεία δεν οδηγεί στην τρομοκρατία, αλλά η πολιτικοποίηση και χρήση της από τις πολιτικές δυνάμεις. Και αυτό συμβαίνει όχι μόνο στο Ισλάμ, με την «ρέμπελη» τρομοκρατία του, αλλά και στις ΗΠΑ, με την αναφορά σε «Ιερό πόλεμο», που συνιστά την «νόμιμη» τρομοκρατία της Νέας Τάξης.
Άλλοι, φαινομενικά μετριοπαθέστεροι (καθηγ. Γ. Σωτηρέλλης) προτείνουν «θεολογικά ουδέτερη ενημέρωση των μαθητών για τις διάφορες πλευρές του θρησκευτικού φαινομένου, με ιδιαίτερη εξειδίκευση πάντως στην διδασκαλία των αρχών του χριστιανισμού και της ορθοδοξίας»[2]. Είναι η βασική εισήγηση για την θρησκειολογική μετατροπή του Μ.τ.Θ. Εν τούτοις: Το περιεχόμενο του μαθήματος μας και η στοχοθεσία του προσδιορίζονται σαφώς από την κειμένη νομοθεσία (Ν. 1566/1985) που είναι απόρροια του 16ου άρθρου του ισχύοντος Συντάγματός μας (άρθρο 3 και 16,2). Είναι, βέβαια, γεγονός, ότι το Μ.τ.Θ. ανήκει στον εκπαιδευτικό προγραμματισμό του Κράτους και των επιδιώξεων του και όχι στο ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας μας. Ποιο όμως είναι το πνεύμα της Πολιτείας; Ο σκοπός του μαθήματος ορίζεται το 1985, (Ν. 1566. Απόφ. 3338/95 και 2176/1998 του Σ.τ.Ε.), ότι είναι: «Η φανέρωση των αληθειών του Χριστού για τον Θεό, για τον κόσμο και για τον άνθρωπο, η μ ύ η σ η (αυτό σημαίνει βιωματική συμμετοχή) των μαθητών στις σωτήριες αλήθειες του Χριστιανισμού με την ορθόδοξη πίστη και ζωή... Η βίωση των αληθειών της ορθόδοξης χριστιανικής πίστεως στις συγκεκριμένες περιστάσεις της καθημερινής ζωής του μαθητή, για να βελτιώνεται συνεχώς «εν σοφία, ηλικία και χάριτι» (Λουκ. 2,52), για να καταντήσει «εις άνθρωπον τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (πρβλ. Εφεσ. 4,13)». Αυτά, το υπογραμμίζω, ισχύουν φυσικά για τους Ορθοδόξους μαθητές, για τους οποίους -και κατά το Υπουργείο- το μάθημα είναι «υποχρεωτικό».
Ωστόσο, η αναφορά στο παύλειο χωρίο της Προς Εφεσίους βεβαιώνει ότι το μάθημα εντάχθηκε, έμμεσα μεν, αλλά δραστικά, και από την Πολιτεία, στο κλίμα της ποιμαντικής προοπτικής της εκκλησιαστικής κατήχησης, και το αναγνωρίζει tacite ως προέκταση του κατηχητικού έργου της Εκκλησίας στον χώρο της εκπαίδευσης, με τις προϋποθέσεις και δυνατότητες του σχολείου.
Αλλά και το 2003 έγινε, η ισχύουσα μέχρι σήμερα, αναδιατύπωση του «σκοπού» του Μ.τ.Θ., καθοριζόμενη -και πάλι- από την Πολιτεία (ΦΕΚ 303/13.3.2003). Διαβάζουμε λοιπόν: «Η διδασκαλία του «Μ.τ.Θ.» συμβάλλει: «Στην απόκτηση γνώσεων γύρω από την χριστιανική πίστη και την Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση. Στην ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης. Στην προβολή της ορθόδοξης πνευματικότητας ως ατομικού και συλλογικού βιώματος. Στην κατανόηση της χριστιανικής πίστης, ως μέσου νοηματοδότησης του κόσμου και της ζωής. Στην παροχή ευκαιριών στους μαθητές για θρησκευτικό προβληματισμό και στοχασμό. Στην κριτική επεξεργασία των θρησκευτικών παραδοχών, αξιών, στάσεων. Στην διερεύνηση του ρόλου που έπαιξε και παίζει ο Χριστιανισμός στον πολιτισμό και την ιστορία της Ελλάδας και της Ευρώπης. Στην κατανόηση της Θρησκείας ως παράγοντα που συντελεί στην ανάπτυξη του πολιτισμού και της πνευματικής ζωής. Στην επίγνωση της ύπαρξης διαφορετικών εκφράσεων της θρησκευτικότητας. Στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων και των μεγάλων συγχρόνων διλημμάτων. Στην ανάπτυξη ανεξάρτητης σκέψης και ελεύθερης έκφρασης. Στην αξιολόγηση του Χριστιανισμού ως παράγοντα βελτίωσης της ζωής των ανθρώπων». Αυτά, συνεπώς, προσδοκά η Πολιτεία μας από το «Μ.τ.Θ.», που το θεωρεί έτσι, προέκταση της θρησκευτικής εκπαίδευσης, που παρέχεται στην οικογένεια και την Εκκλησία, με το να δέχεται, ότι «η παροχή της στο σχολικό περιβάλλον λειτουργεί συμπληρωματικά και συντελεί στην ολοκληρωμένη μόρφωση τους»[3].
Σημασία, λοιπόν, έχει ότι η Πολιτεία αποδέχεται tacite και συνιστά τον «ομολογιακό» χαρακτήρα του μαθήματος μας, ακόμη δε και ο Συνήγορος του Πολίτη, (Διαμεσολάβηση αρ. 2141/2005 περί της Εξομολογήσεως στα Σχολεία), που παραδέχεται ότι βάσει του Συντάγματος «δεν υπάρχει λόγος να είναι θρησκειολογικό, αλλά μπορεί κάλλιστα να είναι ομολογιακό, αρκεί να αφήνει περιθώριο για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών». Αυτό όμως σχετίζεται άμεσα με τον τρόπο της προσφοράς του. Και αυτός οφείλει να είναι: η αντικειμενική και με τα μέσα της επιστημονικής μεθόδου ιστορική και ερμηνευτική προσέγγιση της ορθόδοξης πίστης και παράδοσης, που αφορά στην πλειονοψηφία του ελληνικού λαού, κατά τρόπο θετικό και πληροφοριακό και όχι αντιρρητικό και πολεμικό με σεβασμό στην ετερότητα και πατερική, δηλ. αγαπητική, αντιμετώπιση της.
Η εκκλησιαστική, λοιπόν, «κατήχηση» ως προσφορά της ορθόδοξης πίστης και παράδοσης για την εμπέδωση τωνΟρθοδόξων μαθητών σ’ αυτήν, προϋποτίθεται και στην Εκπαίδευση. Αυτό όμως οφείλει να γίνεται με την αντικειμενικότητα και κριτική μέθοδο της επιστήμης, ως προέκταση όχι της ενοριακής κατήχησης, αλλά της καλλιεργούμενης στα Πανεπιστήμια θεολογικής επιστήμης. Αυτό ισχύει σ’ όλο τον ορθόδοξο και τον ευρύτερα χριστιανικό κόσμο. Τα πορίσματα της αδέσμευτης ακαδημαϊκής έρευνας μεταφέρονται και προσφέρονται, έτσι, στον χώρο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με την ελευθερία και νηφαλιότητα του επιστημονικού λόγου.
Το Μάθημα μας, συνεπώς, προσφέρει την ιστορική πορεία και παρουσία του Χριστιανισμού, και ειδικά της Ορθοδοξίας, την λατρεία, την τέχνη και την ζωή της, μέσα σε μιαν οικουμενική προοπτική, στο πνεύμα δηλαδή της αρχαίας Ενωμένης Ευρώπης ως τον 11° αιώνα. Η προοπτική είναι οικουμενική, επαναλαμβάνω, αλλ' όχι οικουμενιστική, στο πνεύμα δηλαδή της Νέας Εποχής και της Πανθρησκείας της. Τι σημαίνει οικουμενική; Αναγκαστικά το Μάθημα θα παρουσιάσει, με την μεγαλύτερη δυνατή αμεροληψία, το οδυνηρό σχίσμα και την διαφοροποίηση του δυτικού Χριστιανισμού από την μία και αδιαίρετη χριστιανική αρχαιότητα, τον Παπισμό, και ό,τι αυτό σημαίνει, ως και την προτεσταντική πολυδιάσπαση, χωρίς να λείπει, φυσικά και η αυτοκριτική για υπερβάσεις ή παραλείψεις εκπροσώπων της Ανατολής[4]. Η υποστηριζόμενη και από Ορθοδόξους εμμονή στα ενούντα (αυτό συμβαίνει και στον οικουμενικό διάλογο) είναι παραπλανητική, διότι παραθεωρεί την θλιβερή τραγικότητα του σχίσματος, η άρση και θεραπεία του οποίου είναι δυνατή, όταν συνειδητοποιηθούν τα χωρίζοντα που, εξελικτικά, επέφεραν την αλλοτρίωση μεγάλου μέρους της Χριστιανοσύνης. Η μέθοδος αυτή είναι η κρατούσα και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η εφαρμογή της μεθόδου της αποσιώπησης της διαφοράς, όπως ενσαρκώθηκε στο διαβόητο βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού, όχι μόνο είναι αντιεπιστημονική, αλλά και παραπειστική, εισάγοντας κλίμα εξωπραγματικής μυθοπλασίας και οικοδομώντας γνώση αναληθή και γι' αυτό επικίνδυνη.
Εξ άλλου αναφερόμενο το Μάθημα στα θρησκεύματα ( θρησκείες, όπως άστοχα λέμε), δεν είναι δυνατόν να μη διαφοροποιήσει την χριστιανική αυθεντικότητα (πατερική Ορθοδοξία) από την θρησκεία. Βέβαια, πάντα κρίσιμος παραμένει ο τρόπος της διδασκαλίας, που είναι ανεπίτρεπτο να εκτρέπεται σε «θρησκευτικό ρητορισμό» θριαμβολογίας και αυτοδικαίωσης. Προσφέρουμε, άλλωστε, την πίστη και παράδοση των Αγίων και όχι τις δικές μας αλλοτριωμένες συχνά πεποιθήσεις και απόψεις ως «ορθόδοξη» ιδεολογία.
Στο σημείο αυτό είναι δίκαιο το ερώτημα των συναδέλφων της Πάτρας: «Αν το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι μάθημα κατήχησης, αλλά μάθημα με σαφή και διακριτό επιστημονικά αντικείμενα, γιατί απομειώνεται η σημασία και η αναγκαιότητα του να λειτουργήσει μέσα στο πλαίσιο της γενικής υποχρεωτικής παιδείας;»[5]. Ας μη λησμονούμε όμως την εύστοχη επισήμανση του σοφού Λάϊμπνιτς, ότι «αν η Γεωμετρία απαιτούσε τρόπο ζωής, θα την είχαμε αποβάλει από την σχολική εκπαίδευση»! Συμφωνούμε, συνεπώς, με την άποψη του συναδέλφου κ. Δ. Βογιατζή: «Τίποτε δεν εμποδίζει, η ομολογιακή και πολλές φορές κατηχητική διδασκαλία των Θρησκευτικών να διέπεται από τις αρχές του σεβασμού, της ανεκτικότητας και της ειρηνικής συμβίωσης, που άλλωστε είναι και βασικές άξιες του Χριστιανισμού». Εξ άλλου, όπως συμβαίνει με όλα τα μαθήματα, έτσι και το Μ.τ.Θ., προετοιμάζει, ως ένα σημείο, τον μαθητή για την συνέχεια της θεολογικής κατάρτισης στην Ανώτατη Εκπαίδευση (Τριτοβάθμια). Στο σημείο αυτό ο Καθηγητής και πρ. Πρύτανης κ. Γ. Μπαμπινιώτης εκφράζει την υπεύθυνη γνώμη, ότι «αν δεν κινηθείς ... με αναφορά σε συγκεκριμένη θρησκεία, δεν μπορείς να επιτύχεις ανάπτυξη θρησκευτικής συνειδήσεως», όπως το απαιτεί και η νομοθεσία μας. Και προσθέτει: Όσο το μάθημα των Θρησκευτικών θα υποβαθμίζεται, «παρά το πλήθος των γνώσεων μας θα μας κατέχει πνευματική και ψυχική απαιδευσία». Σ' αυτό συνηγορεί και η ευρωπαϊκή εκπαιδευτική πραγματικότητα.
Στην άλλη Ευρώπη η θρησκευτική εκπαίδευση είναι ενταγμένη στην κρατική[6]. Στα 25 από τα 46 κράτη της Ευρώπης (μαζί και η Τουρκία) τα «θρησκευτικά» είναι μάθημα υποχρεωτικό, και στην πλειοψηφία ομολογιακό. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ασκεί εποπτεία στο μάθημα, διορίζει δε τους πάστορες-καθηγητές, έχοντας γνώμη και για τα αναλυτικά προγράμματα. Στην Γερμανία, μάλιστα, υπάρχουν και καθαρά ομολογιακά σχολεία με πολλούς μαθητές.
Όσον άφορα στην δική μας εκπαιδευτική πραγματικότητα το Μ.τ.Θ. εκπληρώνει παιδαγωγικούς και όχι εκκλησιαστικούς, κατηχητικούς καλύτερα, σκοπούς. Αυτό επιβεβαιώνεται εν πολλοίς και από τα υπάρχοντα διδακτικά εγχειρίδια. Η πολεμική -συνεπώς- κατά του ομολογιακού, κατά τα παραπάνω, χαρακτήρα του Μαθήματος αντιμάχεται την ίδια την πατερική Ορθοδοξία, διότι ανατρέπει αυτόχρημα κάθε αλλοτριωμένη χριστιανικότητα και την στοχοθεσία της Νέας Εποχής, την οποία διακονούν ακόμη και Κληρικοί και Θεολόγοι μας, εν γνώσει ή εν άγνοια. Η καθαρά Ορθοδοξία, όμως, προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες ειλικρινούς συνάντησης και διαλόγου με τα θρησκεύματα, π.χ. το Ισλάμ, απ’ όσο η δυτική χριστιανοσύνη[7].
Σ' αυτό το σημείο προσκρούει ακριβώς η προτεινόμενη, έντονα μάλιστα, θρησκειολογική μετασκευή του μαθήματος μας, δήθεν για την πλουραλιστική κοινωνία μας. Άλλωστε, σε ορθοδόξους μαθητές απευθύνεται το μάθημα. Λησμονείται, έτσι, η επιστημονική αρχή, ότι η κατανόηση της ετερότητας προϋποθέτει καλή γνώση του ίδιου και οικείου, με βάση την αριστοτελική θεμελίωση της γνωσιολογίας στις αρχές της ομοιότητας και της αντίθεσης/ διαφοράς.
Ο συνεχής όμως τονισμός, ευκαίρως ακαίρως, από «ειδικούς», αλλά αδέξιους ερασιτέχνες του παιδευτικού χώρου, της αναγκαίας θρησκειολογικής μεταρρύθμισης του μαθήματος μας, αποβλέπει βασικά στην μεταρρύθμιση των Θεολογικών Σχολών και τελικά στην έξωσή τους από τον χώρο της Κρατικής Εκπαίδευσης. Πρώτο βήμα σ' αυτή την κατεύθυνση είναι η ανωτατοποίηση και ανάδειξη σε πανεπιστημιακές Σχολές των τεσσάρων «Εκκλησιαστικών Ακαδημιών», που ανοίγουν τον δρόμο στην ιδιωτικοποίηση της θρησκευτικής αγωγής και εκπαίδευσης. Το εισηγήθη ήδη ο κ. Γ. Σωτηρέλλης (σ. 342/3) : Προϋπόθεση της θρησκειολογικής μεταρρύθμισης του Μ.τ.Θ. είναι , κατ' αυτόν, «η ριζική αλλαγή του χαρακτήρα των Θεολογικών Σχολών» και (ζητείται) «είτε η υπαγωγή τους στις ευρύτερες παιδαγωγικές, είτε η μετεξέλιξη τους σε σχολές ανθρωπιστικών σπουδών». Αυτό βέβαια επί δεκαετίες τώρα το υποστηρίζουν και Καθηγητές των Σχολών μας. Πόσο δίκιο, λοιπόν, έχει ο ιερός Χρυσόστομος, όταν λέγει, ότι: «τον εαυτόν μη αδικούντα ουδείς παραβλάψαι δύναται» (ΡG 52,459 επ.)
Η φύση και το περιεχόμενο του Μ.τ.Θ. και η θέση του στο εκπαιδευτικό μας σύστημα σχετίζεται άμεσα με τον τύπο ανθρώπου, που επιδιώκει η Παιδεία/Εκπαίδευσή μας και το δράμα γενικά, που την διέπει. Εδώ εντοπίζεται και η γενικότερη παθολογία της Εκπαίδευσης μας, που αδιαφορώντας για την ιστορική συνέχεια και συνοχή της κοινωνίας μας, στοχεύει, κατά τα φαινόμενα σε μια «κοινωνία ουδέτερη» χωρίς ταυτότητα, χωρίς παραδόσεις, χωρίς ιστορία, χωρίς συλλογικά βιώματα, χωρίς μεταφυσική ελπίδα, χωρίς γιορτές» (Χρ. Γιανναράς)[8].
- Β -
Μετά τον ομολογιακό, υπό τις παραπάνω προϋποθέσεις, σημασία έχει και ο εθνικός χαρακτήρας του Μαθήματος, αναγνωριζόμενος και αυτός από το Σύνταγμά μας, που ορίζει, ως βούληση του Έθνους, την ηθική, πνευματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και την διάπλαση τους σε ελεύθερους πολίτες (16,2). Την πρακτική διεύρυνση αυτού του αιτήματος προσφέρει το άρθρο 1, παρ. 1α, του Ν. 1566/1985, μιλώντας για την δημιουργία πολιτών, που να «διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης». Ο εθνικός (δηλαδή πατριωτικός) χαρακτήρας σύνολης της σχολικής μας παιδείας προσκρούει βέβαια στο ρεύμα του φυλετικού εθνικισμού (19ος αι.) και του διεθνισμού ( 20ος αι.), που νοθεύουν τον αταξικό και αντιπαραταξιακό πατριωτισμό, στα όρια του σεβασμού της ετερότητας και της ελευθερίας της. Αυτό είναι άλλωστε , το αυθεντικό πνεύμα του Ελληνισμού στην διαιώνιά του πορεία. Σήμερα η απειλή προέρχεται από την καλλιεργούμενη ανεθνικότητα και τις σαφώςαντεθνικές θεωρίες, που εισάγονται μεθοδευμένα στον χώρο της ιστορίας και γενικότερα της παιδείας. Η Ορθοδοξία όμως συνδέει αρμονικά την εθνικότητα με την υπερεθνικότητα, ιδιαίτερα στον χώρο της λατρείας. Αυτά πρέπει ιδιαίτερα να λαμβάνονται υπόψη, για την κατανόηση των οποιωνδήποτε αρνητικών συμπεριφορών έναντι του μαθήματος μας.
Η ιδιαίτερη σημασία του Μ.τ.Θ. στην καλλιέργεια εθνικού φρονήματος, που είναι συγχρόνως υπερφυλετικό καιελληνορθόδοξα οικουμενικό, φαίνεται σε βάθος και πλάτος στην προβολή και ερμηνεία από αυτό του πολιτισμού μας σε όλες τις όψεις του. Γι’ αυτό αποκρούεται και το Μάθημα μας, μαζί με την ιστορία, από εκείνους που ακολουθούν την έξωθεν χαρασσόμενη γραμμή του αντεθνισμού και κατεργάζεται την εκθεμελίωση του Έθνους, ως όρου και ως φορέα συγκεκριμένου νοήματος. Στο πλαίσιο αυτής της πολεμικής σχετικοποιούνται και βαθμηδόν απονοηματοδοτούνται η πίστη, η ιστορία, ο πολιτισμός, η παράδοση και κάθε στοιχείο της εθνότητας και εθνικότητας. Η τεχνητή και έξωθεν προωθούμενη πολυπολιτισμικότητα έχει ως στόχους τα μαθήματα των Θρησκευτικών, της Ιστορίας και των Ελληνικών (γλώσσα), διότι προβάλλουν και ενισχύουν τα κύρια συστατικά του Έθνους και της εθνικότητας μας, κατά τον περί Έθνους ορισμό του Ηροδότου (ομόφυλο-ομόδοξο και ομότροπο, δηλ, κοινά ήθη). Η στάση, συνεπώς, απέναντι στα μαθήματα αυτά, ιδιαίτερα στο Μ.τ.Θ. ελέγχει την ποιότητα της πολιτισμικής μας συνείδησης. Ελέγχει όμως, συνάμα, την διοίκηση της Πολιτείας, και λιγότερο της Εκκλησίας, και αφορά σ’ όλους τους Έλληνες πολίτες, ως πολίτες του Κράτους και όχι μόνο ως θρησκεύουσες προσωπικότητες[9]. Η Ορθόδοξη Θεολογία, που προσφέρεται στην εκπαίδευση, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την παγκόσμια ιστορία και ιδιαίτερα την ελληνική. Η εκκλησιαστική ιστορία, άλλωστε, είναι μέρος της ιστορίας του πολιτισμού. Ο χωρισμός της Θεολογίας από την Ιστορία είναι ξένος προς την ελληνικότητα. Εξ άλλου, είναι αδιανόητος κάθε διαχωρισμός της Ιστορίας και του πολιτισμού από την Θεολογία της Ορθοδοξίας και του τρόπου ζωής, που αυτή παράγει .Όλη η ζωή του Έθνους είναι διαποτισμένη από το πνεύμα της Ορθοδοξίας, αφού Ορθοδοξία και Ελληνικότητα, ενωμένα σε μία θεανθρώπινη ένωση, είναι μεγέθη πια ασύγχυτα μεν, αλλά και αδιαίρετα.
Γι' αυτό το μάθημα μας, πράγματι «δεν πρέπει να έχη, στενά ομολογιακό, ούτε (όμως) και γενικά θρησκειολογικό χαρακτήρα, αλλά κυρίως ιστορικό».Το μάθημα ενσαρκώνει και εκφράζει σύνολο τον πολιτισμό μας και «βοηθά στην κατανόηση» της εθνικής μας παράδοσης. Προσφέρει τα αναγκαία ερμηνευτικά κλειδιά για την προσέγγιση και βίωση του πολιτισμού μας (τοπωνύμια, εορτές, πανηγύρεις, έθιμα και όλο το περιεχόμενο του λαϊκού βίου και της θρησκείας, που θεματικά άλλωστε αναπτύσσει ή Λαογραφία).
Παράλληλα όμως το Μ.τ.Θ. συμβάλλει και στην παραγωγή πολιτισμού, όπως άλλωστε και όλη η Ορθοδοξία. Ο πολιτισμός προϋποθέτει «τον πολιτισμό της ψυχής» κατά τον Τόυμπη. Το περιεχόμενο της ψυχής προβαλλόμενο προς το έξω πραγματώνεται ως πολιτισμός. Γι' αυτό και ή Ορθοδοξία δημιουργεί, με την συνέργεια ανθρώπου και θείας Χάρης, φρόνημα, και αυτό κινεί τον άνθρωπο στην νοοτροπία και τις συμπεριφορές του, αλλά και σ’ όλα τα έργα του. Λειτουργώντας σ' αυτή την κατάσταση το Μάθημα μας, προβάλλει τις σταθερές του πολιτισμού, που διακρατούν την εθνική ταυτότητα μας και την ιδιοπροσωπία μας, ως προϋπόθεση της εθνικής συνέχειας μας στον ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο της Νέας Εποχής και της ισοπεδωτικής Παγκοσμιοποίησης. Βοηθεί, έτσι, στην αποφυγή της ολιστικής συγχώνευσης και διάλυσης στην νεοεποχίτικη πλανητική κοινωνία και της μεταβολής των νέων μας σε πλανητικούς ανθρώπους, οικονομικές δηλ. μονάδες της παγκόσμιας αγοράς. Δεν πρέπει δε να λησμονείται, ότι το κύριο διαφοροποιητικό στοιχείο μας απέναντι στην κατασκευαζόμενη νέα παγκόσμια κοινωνία, είναι η Ορθόδοξη παράδοση μας, όπως και όλων των Ορθοδόξων φυσικά. Η αυθεντική δε, δηλ. αποστολική και αγιοπατερική, Ορθοδοξία, ποτέ δεν μπορεί να δημιουργήσει πνεύμα μισαλλοδοξίας και φανατισμού, διότι η μαρτυρική συνείδηση, που δημιουργεί, εκφράζεται ως θυσία του Ορθοδόξου για τους άλλους και όχι το αντίθετο, το οποίο συνιστά μόνιμη πράξη του κόσμου.
Η Ορθοδοξία των Αγίων μας, εξ άλλου, δεν είναι μία απλή θεωρητική, άσαρκη και διανοητική πίστη ή απλή θρησκευτική διδασκαλία. Είναι ζωή και πράξη. Το προσφερόμενο από αυτήν, στο οποίο σταθερά παραπέμπει το Μάθημα μας, είναι η εμπειρία των Αγίων μας και η δυναμική τους στο ιστορικό μας γίγνεσθαι. Οι Άγιοι σφραγίζουν ανεξίτηλα τον πολιτισμό μας[10]. Ο ελληνορθόδοξος δε, πολιτισμός είναι στη βάση και του ευρωπαϊκού πολιτισμού, συνδέοντας και μας, αλλά και όλη την Ευρώπη, με την ταυτότητα της στην προσχισματική περίοδο της. Το Μ.τ.Θ., συνεπώς, είναι μία δυνατότητα συνάντησης όλης της ευρωπαϊκής νεολαίας στην αρχαία πολιτιστική ενότητα της. Συμβάλλει, έτσι στην πορεία προς την ευρωπαϊκή ενότητα, σε μια κοινή βάση. Η μετά το σχίσμα Ευρώπη (μεσαιωνική και νεώτερη) πάσχει από ένα διασπαστικό σύνδρομο, που δημιουργεί συνεχώς ρήγματα στην ιστορική σάρκα και την συλλογική συνείδηση της. Η Ορθοδοξία των Αγίων, προσφερόμενη επιστημονικά και νηφάλια, μπορεί να συμβάλει στην από κοινού αναζήτηση των κοινών θεμελίων, ενισχύοντας έτσι και την οικουμενική ενωτική προσπάθεια, και μάλιστα σε αυθεντική βάση. Οι ορθόδοξοι μαθητές, εξ αλλού, θα σέβονται πολύ περισσότερο τους πολιτισμούς των εισερχομένων στην χώρα μας μεταναστών, όσο περισσότερο σέβονται τον δικό τους πολιτισμό, οδηγούμενοι σε φιλικές και φιλάνθρωπες σχέσεις μαζί τους.
Βέβαια, γνωρίζω ότι οι άγευστοι της πατερικότητας και αμύητοι στον πολιτισμό μας, πλανήτες και ανέστιοι στην έρημο του κόσμου, θα αισθάνονται αηδία ακούοντας τις επισημάνσεις αυτές. Δεν με απασχολεί. Αυτό που με τρομάζει είναι, αν υπάρχουν Θεολόγοι, που αισθάνονται το ίδιο. Θέτω, λοιπόν, ένα κριτικό ερώτημα στον καθένα μας: αξίζει ή όχι ο σεβασμός του πολιτισμού μας, που δεν είναι μόνο εθνικός, αλλ' όπως αποδεικνύει η ορθόδοξη οικουμένη, και οικουμενικός και παγκόσμιος, και η μέχρι θυσίας εμμονή στην συνέχεια του; Πώς θα επιτευχθεί όμως αυτό χωρίς την διαπότιση της εκπαίδευσης μας με το ορθόδοξο άρωμα αυτού του πολιτισμού, που μπορεί να της παράσχει το Μάθημα μας;
Θα κατακλείσω αυτή την εισήγηση με τις βαρύνουσες γνώμες δύο διανοητών μας για το Μ.τ.Θ. και την εθνική προσφορά του. Ο κ. Χρήστος Γιανναράς (Ιχνηλασία νοήματος, Πολιτική, Κοινωνία και Παιδεία στην Ελλάδα σήμερα, 1998) υποστηρίζει, ότι «το θρησκευτικό μάθημα δεν αντιβαίνει στο σεβασμό της θρησκευτικής ελευθερίας των πολιτών από το κράτος. Όπως ακριβώς πρέπει να διδάσκεται στο σχολείο ο πολιτισμός και η μεταφυσική μήτρα που γέννησε τον Παρθενώνα και την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, παρόμοια, δεν μπορεί το εκπαιδευτικό σύστημα να αγνοεί ποια θεολογία γέννησε την Αγία Σοφία, την εικόνα, την ποίηση και τη λατρευτική δραματουργία της Ορθοδοξίας, που προκαλεί παγκόσμιο ενδιαφέρον και στις μέρες μας. Η Πολιτεία δεν απαιτεί σαφώς από τον μαθητή να αποδεχθεί βιωματικά τον μεταφυσικό άξονα των αρχαίων Ελλήνων ή την ορθόδοξη Θεολογία. Θα του απαιτήσει όμως, λέγει, τις επαρκείς γνώσεις για την κατανόηση των επιτευγμάτων και προτάσεων του πολιτισμού των Ελλήνων».
Εξ άλλου ο κ. Νίκος Μουζέλης (ΒΗΜΑ,16.10.1995) προσθέτει: «Η ορθόδοξη πίστη και Εκκλησία αποτελούν μία βασική διάσταση της εθνικής μας ταυτότητας. Γι' αυτόν τον λόγο, ανεξάρτητα με το αν κανείς πιστεύει ή όχι, η γνώση των συστατικών στοιχείων της Ορθοδοξίας, της ιστορικής εξέλιξης της Εκκλησίας και του ρόλου που αυτή έπαιξε στη διαμόρφωση της νεοελληνικής κοινωνίας και πολιτισμού αποτελεί βασική προϋπόθεση, για να καταλάβουμε πώς λειτουργούμε στο χώρο και στον χρόνο».
Βιβλιογραφική Σημείωση.
Βασικό υλικό για το θέμα μας προσφέρεται στα περιοδικά:
Α) Εκκλησία, έτος ΠΕ', τεύχος 9, Οκτώβριος 2008
Β) Κοινωνία, έτος ΝΑ', τεύχος 3, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2008.
________________________________
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Π.χ. Αλ. Σακελλάριος, πανεπιστημιακός, «Ελευθεροτυπία», 8.1.2009.
2. Γ. Σωτηρέλλης, Θρησκεία και Εκπαίδευση, 19983,σ.331.
3. Επικροτούμε δε τα υπογραμμιζόμενα «βασικά κριτήρια» για την έκθεση της διδακτικής ύλης: «Απαιτούμενη στάση απέναντι ατούς αλλόπιστους, τους ετερόδοξους, τις προβληματικές ιδεολογίες και τα αντίστοιχα κινήματα: Έγκυρη ενημέρωση, ανάλυση, ερμηνεία. Συμπαράθεση απόψεων (αμερόληπτη και αντικειμενική). Σεβασμός των εκπροσώπων τους. Αγωγή για μαρτυρία και ομολογία ή διάλογο (όπου αυτός είναι δυνατός), καθώς και για άμυνα (όπου είναι αναπόφευκτο). Αποφυγή προσβλητικών χαρακτηρισμών, υποτίμησης, περιφρόνησης, γελοιοποίησης, πολεμικής και φανατικής αντίθεσης».
4. Στα μαθήματα μου έλεγα συχνά στους φοιτητές μου, ότι στη Σχολή δεν
είμαι ούτε πιστός, ούτε άπιστος, αλλά αυτό που μου αποκαλύπτουν οι πηγές μου.
5. Πρβλ. γνώμη του Π.Ι., ΦΕΚ 303, τευχ. Β’, 13.3.2003.
6. Βλ. Γ.Η.Κρίππα, Η συνταγματική κατοχύρωση του Μαθήματος των Θρησκευτικών παρ’ ημίν και εν τη αλλοδαπή, Αθήνα 2001 και του Ιδίου, Συνταγματική θεώρηση του μαθήματος των θρησκευτικών στην Ελλάδα και την Ευρώπη, Πύργος 2008. Πρβλ. και το άρθρο του κ. Κων.Χολέβα, στην «Κοινωνία», έτος ΝΑ’ (2008), σ. 319 επ.
7. Η προσωπική μου εμπειρία είναι ότι το Ισλάμ συμπαθεί τους Έλληνες ως Ορθοδόξους, λόγω των κοινών περιπετειών μας από τις δυτικές σταυροφορίες και μετά, μας συγκατατάσσουν δε με την Δύση και μας αντιμετωπίζουν, όπως αυτήν, όταν συμμαχούμε με αυτήν στη στάση της απέναντι τους.
8. Όπως γράφει: «Το παιδί αποκόβεται μεθοδικά από κάθε βιωματική ρίζα ελληνικής ιδιαιτερότητας, πολιτιστικής καύχησης, πίστης, λαϊκής ευσέβειας. Η λέξη «προσευχή» έχει απαλειφθεί ολοκληρωτικά, υπάρχει μόνο ένα λαϊκό στιχούργημα επίκλησης στο Θεό για βροχή, που τιτλοφορείται «Παρακάλεση». Στα τρία χρόνια εμφανίζεται δύο φορές η λέξη Παναγιά-Παναγίτσα και άλλες δύο η λέξη Χριστός, τη μία σε κείμενο του Ανατόλ Φράνς(!) και την άλλη σε αφελές και πάλι στιχούργημα. Το Πάσχα και τα Χριστούγεννα μνημονεύονται με φολκλορική αποκλειστικά σημασιοδότηση και επεξηγήσεις του τύπου «τότε τρώμε αρνί σουβλιστό και κοκορέτσι» ή «μαμά, τα Χριστούγεννα θέλω να μου φτιάξεις χριστόψωμο». Ακόμα και ο «Αϊ-Λιάς» παρουσιάζεται στα παιδιά σαν γέρος θαλασσινός, που βαρέθηκε τη θάλασσα κι έστησε την καλύβα του σε μια κορφή: «Από τότε οι κορφούλες των βουνών γέμισαν εκκλησάκια του Αϊ-Λιά».
9. Βλ. το πολύ καλό άρθρο του συναδέλφου π. Θωμά Βαμβίνη, στο περιοδ. «Εκκλησιαστική Παρέμβαση» της Ι.Μητροπόλεως Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, Το Μάθημα των Θρησκευτικών και οι αντιδράσεις, Σεπτέμβριος 2008, σ.8 επ. Πολύ εύστοχα ο συγγραφέας σημειώνει: «Γι' αυτό δεν μπορεί κανείς να πη ότι μαθαίνει την Ιστορία του τόπου του, αν έχουν αφαιρεθή από αυτήν οι διεργασίες που έγιναν, π.χ. για την διατύπωση των δογμάτων της πίστεως, διεργασίες που δείχνουν αφενός μεν τις φιλοσοφικές ρίζες και τάσεις του ελληνισμού στην διαχρονική του πορεία, αφετέρου δε την σοφία των θεοπτών Πατέρων τής Εκκλησίας, οι οποίοι με την διατύπωση των δογμάτων διέσωσαν την δυνατότητα των πιστών να περνούν από τα λόγια και νοήματα των δογμάτων στη βίωση του μυστηρίου του Θεού, της Αγίας Τριάδος και της ενανθρωπήσεως του Χριστού, που είναι πέρα από κάθε λόγο και νόημα.
Η ιστορία της Εκκλησίας, τα γεγονότα που συνδέονται με την ζωή της, ο τρόπος ζωής των μελών της και ή θεολογία της, ως τμήμα της εθνικής μας ιστορίας, αλλά και ως παρόν, αφού η Εκκλησία συνεχίζει να υπάρχη και να νοηματοδοτή την ζωή των περισσοτέρων πολιτών του Ελληνικού Κράτους, Ελλήνων και αλλοδαπών, είναι ένα μάθημα, που οφείλει να διδάσκεται κάθε πολίτης αυτής της χώρας, πιστός και άπιστος, χριστιανός, αλλόθρησκος ή αλλόδοξος, που θέλει να είναι ενημερωμένος και ενσυνείδητα πνευματικά τοποθετημένος».
10. Βλ. π. Γ.Δ. Μεταλληνού, Εκκλησία και σύγχρονος Ελλαδικός Πολιτισμός, Αθήναι 2006.
Η ιδιαίτερη σημασία του Μ.τ.Θ. στην καλλιέργεια εθνικού φρονήματος, που είναι συγχρόνως υπερφυλετικό καιελληνορθόδοξα οικουμενικό, φαίνεται σε βάθος και πλάτος στην προβολή και ερμηνεία από αυτό του πολιτισμού μας σε όλες τις όψεις του. Γι’ αυτό αποκρούεται και το Μάθημα μας, μαζί με την ιστορία, από εκείνους που ακολουθούν την έξωθεν χαρασσόμενη γραμμή του αντεθνισμού και κατεργάζεται την εκθεμελίωση του Έθνους, ως όρου και ως φορέα συγκεκριμένου νοήματος. Στο πλαίσιο αυτής της πολεμικής σχετικοποιούνται και βαθμηδόν απονοηματοδοτούνται η πίστη, η ιστορία, ο πολιτισμός, η παράδοση και κάθε στοιχείο της εθνότητας και εθνικότητας. Η τεχνητή και έξωθεν προωθούμενη πολυπολιτισμικότητα έχει ως στόχους τα μαθήματα των Θρησκευτικών, της Ιστορίας και των Ελληνικών (γλώσσα), διότι προβάλλουν και ενισχύουν τα κύρια συστατικά του Έθνους και της εθνικότητας μας, κατά τον περί Έθνους ορισμό του Ηροδότου (ομόφυλο-ομόδοξο και ομότροπο, δηλ, κοινά ήθη). Η στάση, συνεπώς, απέναντι στα μαθήματα αυτά, ιδιαίτερα στο Μ.τ.Θ. ελέγχει την ποιότητα της πολιτισμικής μας συνείδησης. Ελέγχει όμως, συνάμα, την διοίκηση της Πολιτείας, και λιγότερο της Εκκλησίας, και αφορά σ’ όλους τους Έλληνες πολίτες, ως πολίτες του Κράτους και όχι μόνο ως θρησκεύουσες προσωπικότητες[9]. Η Ορθόδοξη Θεολογία, που προσφέρεται στην εκπαίδευση, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την παγκόσμια ιστορία και ιδιαίτερα την ελληνική. Η εκκλησιαστική ιστορία, άλλωστε, είναι μέρος της ιστορίας του πολιτισμού. Ο χωρισμός της Θεολογίας από την Ιστορία είναι ξένος προς την ελληνικότητα. Εξ άλλου, είναι αδιανόητος κάθε διαχωρισμός της Ιστορίας και του πολιτισμού από την Θεολογία της Ορθοδοξίας και του τρόπου ζωής, που αυτή παράγει .Όλη η ζωή του Έθνους είναι διαποτισμένη από το πνεύμα της Ορθοδοξίας, αφού Ορθοδοξία και Ελληνικότητα, ενωμένα σε μία θεανθρώπινη ένωση, είναι μεγέθη πια ασύγχυτα μεν, αλλά και αδιαίρετα.
Γι' αυτό το μάθημα μας, πράγματι «δεν πρέπει να έχη, στενά ομολογιακό, ούτε (όμως) και γενικά θρησκειολογικό χαρακτήρα, αλλά κυρίως ιστορικό».Το μάθημα ενσαρκώνει και εκφράζει σύνολο τον πολιτισμό μας και «βοηθά στην κατανόηση» της εθνικής μας παράδοσης. Προσφέρει τα αναγκαία ερμηνευτικά κλειδιά για την προσέγγιση και βίωση του πολιτισμού μας (τοπωνύμια, εορτές, πανηγύρεις, έθιμα και όλο το περιεχόμενο του λαϊκού βίου και της θρησκείας, που θεματικά άλλωστε αναπτύσσει ή Λαογραφία).
Παράλληλα όμως το Μ.τ.Θ. συμβάλλει και στην παραγωγή πολιτισμού, όπως άλλωστε και όλη η Ορθοδοξία. Ο πολιτισμός προϋποθέτει «τον πολιτισμό της ψυχής» κατά τον Τόυμπη. Το περιεχόμενο της ψυχής προβαλλόμενο προς το έξω πραγματώνεται ως πολιτισμός. Γι' αυτό και ή Ορθοδοξία δημιουργεί, με την συνέργεια ανθρώπου και θείας Χάρης, φρόνημα, και αυτό κινεί τον άνθρωπο στην νοοτροπία και τις συμπεριφορές του, αλλά και σ’ όλα τα έργα του. Λειτουργώντας σ' αυτή την κατάσταση το Μάθημα μας, προβάλλει τις σταθερές του πολιτισμού, που διακρατούν την εθνική ταυτότητα μας και την ιδιοπροσωπία μας, ως προϋπόθεση της εθνικής συνέχειας μας στον ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο της Νέας Εποχής και της ισοπεδωτικής Παγκοσμιοποίησης. Βοηθεί, έτσι, στην αποφυγή της ολιστικής συγχώνευσης και διάλυσης στην νεοεποχίτικη πλανητική κοινωνία και της μεταβολής των νέων μας σε πλανητικούς ανθρώπους, οικονομικές δηλ. μονάδες της παγκόσμιας αγοράς. Δεν πρέπει δε να λησμονείται, ότι το κύριο διαφοροποιητικό στοιχείο μας απέναντι στην κατασκευαζόμενη νέα παγκόσμια κοινωνία, είναι η Ορθόδοξη παράδοση μας, όπως και όλων των Ορθοδόξων φυσικά. Η αυθεντική δε, δηλ. αποστολική και αγιοπατερική, Ορθοδοξία, ποτέ δεν μπορεί να δημιουργήσει πνεύμα μισαλλοδοξίας και φανατισμού, διότι η μαρτυρική συνείδηση, που δημιουργεί, εκφράζεται ως θυσία του Ορθοδόξου για τους άλλους και όχι το αντίθετο, το οποίο συνιστά μόνιμη πράξη του κόσμου.
Η Ορθοδοξία των Αγίων μας, εξ άλλου, δεν είναι μία απλή θεωρητική, άσαρκη και διανοητική πίστη ή απλή θρησκευτική διδασκαλία. Είναι ζωή και πράξη. Το προσφερόμενο από αυτήν, στο οποίο σταθερά παραπέμπει το Μάθημα μας, είναι η εμπειρία των Αγίων μας και η δυναμική τους στο ιστορικό μας γίγνεσθαι. Οι Άγιοι σφραγίζουν ανεξίτηλα τον πολιτισμό μας[10]. Ο ελληνορθόδοξος δε, πολιτισμός είναι στη βάση και του ευρωπαϊκού πολιτισμού, συνδέοντας και μας, αλλά και όλη την Ευρώπη, με την ταυτότητα της στην προσχισματική περίοδο της. Το Μ.τ.Θ., συνεπώς, είναι μία δυνατότητα συνάντησης όλης της ευρωπαϊκής νεολαίας στην αρχαία πολιτιστική ενότητα της. Συμβάλλει, έτσι στην πορεία προς την ευρωπαϊκή ενότητα, σε μια κοινή βάση. Η μετά το σχίσμα Ευρώπη (μεσαιωνική και νεώτερη) πάσχει από ένα διασπαστικό σύνδρομο, που δημιουργεί συνεχώς ρήγματα στην ιστορική σάρκα και την συλλογική συνείδηση της. Η Ορθοδοξία των Αγίων, προσφερόμενη επιστημονικά και νηφάλια, μπορεί να συμβάλει στην από κοινού αναζήτηση των κοινών θεμελίων, ενισχύοντας έτσι και την οικουμενική ενωτική προσπάθεια, και μάλιστα σε αυθεντική βάση. Οι ορθόδοξοι μαθητές, εξ αλλού, θα σέβονται πολύ περισσότερο τους πολιτισμούς των εισερχομένων στην χώρα μας μεταναστών, όσο περισσότερο σέβονται τον δικό τους πολιτισμό, οδηγούμενοι σε φιλικές και φιλάνθρωπες σχέσεις μαζί τους.
Βέβαια, γνωρίζω ότι οι άγευστοι της πατερικότητας και αμύητοι στον πολιτισμό μας, πλανήτες και ανέστιοι στην έρημο του κόσμου, θα αισθάνονται αηδία ακούοντας τις επισημάνσεις αυτές. Δεν με απασχολεί. Αυτό που με τρομάζει είναι, αν υπάρχουν Θεολόγοι, που αισθάνονται το ίδιο. Θέτω, λοιπόν, ένα κριτικό ερώτημα στον καθένα μας: αξίζει ή όχι ο σεβασμός του πολιτισμού μας, που δεν είναι μόνο εθνικός, αλλ' όπως αποδεικνύει η ορθόδοξη οικουμένη, και οικουμενικός και παγκόσμιος, και η μέχρι θυσίας εμμονή στην συνέχεια του; Πώς θα επιτευχθεί όμως αυτό χωρίς την διαπότιση της εκπαίδευσης μας με το ορθόδοξο άρωμα αυτού του πολιτισμού, που μπορεί να της παράσχει το Μάθημα μας;
Θα κατακλείσω αυτή την εισήγηση με τις βαρύνουσες γνώμες δύο διανοητών μας για το Μ.τ.Θ. και την εθνική προσφορά του. Ο κ. Χρήστος Γιανναράς (Ιχνηλασία νοήματος, Πολιτική, Κοινωνία και Παιδεία στην Ελλάδα σήμερα, 1998) υποστηρίζει, ότι «το θρησκευτικό μάθημα δεν αντιβαίνει στο σεβασμό της θρησκευτικής ελευθερίας των πολιτών από το κράτος. Όπως ακριβώς πρέπει να διδάσκεται στο σχολείο ο πολιτισμός και η μεταφυσική μήτρα που γέννησε τον Παρθενώνα και την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, παρόμοια, δεν μπορεί το εκπαιδευτικό σύστημα να αγνοεί ποια θεολογία γέννησε την Αγία Σοφία, την εικόνα, την ποίηση και τη λατρευτική δραματουργία της Ορθοδοξίας, που προκαλεί παγκόσμιο ενδιαφέρον και στις μέρες μας. Η Πολιτεία δεν απαιτεί σαφώς από τον μαθητή να αποδεχθεί βιωματικά τον μεταφυσικό άξονα των αρχαίων Ελλήνων ή την ορθόδοξη Θεολογία. Θα του απαιτήσει όμως, λέγει, τις επαρκείς γνώσεις για την κατανόηση των επιτευγμάτων και προτάσεων του πολιτισμού των Ελλήνων».
Εξ άλλου ο κ. Νίκος Μουζέλης (ΒΗΜΑ,16.10.1995) προσθέτει: «Η ορθόδοξη πίστη και Εκκλησία αποτελούν μία βασική διάσταση της εθνικής μας ταυτότητας. Γι' αυτόν τον λόγο, ανεξάρτητα με το αν κανείς πιστεύει ή όχι, η γνώση των συστατικών στοιχείων της Ορθοδοξίας, της ιστορικής εξέλιξης της Εκκλησίας και του ρόλου που αυτή έπαιξε στη διαμόρφωση της νεοελληνικής κοινωνίας και πολιτισμού αποτελεί βασική προϋπόθεση, για να καταλάβουμε πώς λειτουργούμε στο χώρο και στον χρόνο».
Βιβλιογραφική Σημείωση.
Βασικό υλικό για το θέμα μας προσφέρεται στα περιοδικά:
Α) Εκκλησία, έτος ΠΕ', τεύχος 9, Οκτώβριος 2008
Β) Κοινωνία, έτος ΝΑ', τεύχος 3, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2008.
________________________________
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Π.χ. Αλ. Σακελλάριος, πανεπιστημιακός, «Ελευθεροτυπία», 8.1.2009.
2. Γ. Σωτηρέλλης, Θρησκεία και Εκπαίδευση, 19983,σ.331.
3. Επικροτούμε δε τα υπογραμμιζόμενα «βασικά κριτήρια» για την έκθεση της διδακτικής ύλης: «Απαιτούμενη στάση απέναντι ατούς αλλόπιστους, τους ετερόδοξους, τις προβληματικές ιδεολογίες και τα αντίστοιχα κινήματα: Έγκυρη ενημέρωση, ανάλυση, ερμηνεία. Συμπαράθεση απόψεων (αμερόληπτη και αντικειμενική). Σεβασμός των εκπροσώπων τους. Αγωγή για μαρτυρία και ομολογία ή διάλογο (όπου αυτός είναι δυνατός), καθώς και για άμυνα (όπου είναι αναπόφευκτο). Αποφυγή προσβλητικών χαρακτηρισμών, υποτίμησης, περιφρόνησης, γελοιοποίησης, πολεμικής και φανατικής αντίθεσης».
4. Στα μαθήματα μου έλεγα συχνά στους φοιτητές μου, ότι στη Σχολή δεν
είμαι ούτε πιστός, ούτε άπιστος, αλλά αυτό που μου αποκαλύπτουν οι πηγές μου.
5. Πρβλ. γνώμη του Π.Ι., ΦΕΚ 303, τευχ. Β’, 13.3.2003.
6. Βλ. Γ.Η.Κρίππα, Η συνταγματική κατοχύρωση του Μαθήματος των Θρησκευτικών παρ’ ημίν και εν τη αλλοδαπή, Αθήνα 2001 και του Ιδίου, Συνταγματική θεώρηση του μαθήματος των θρησκευτικών στην Ελλάδα και την Ευρώπη, Πύργος 2008. Πρβλ. και το άρθρο του κ. Κων.Χολέβα, στην «Κοινωνία», έτος ΝΑ’ (2008), σ. 319 επ.
7. Η προσωπική μου εμπειρία είναι ότι το Ισλάμ συμπαθεί τους Έλληνες ως Ορθοδόξους, λόγω των κοινών περιπετειών μας από τις δυτικές σταυροφορίες και μετά, μας συγκατατάσσουν δε με την Δύση και μας αντιμετωπίζουν, όπως αυτήν, όταν συμμαχούμε με αυτήν στη στάση της απέναντι τους.
8. Όπως γράφει: «Το παιδί αποκόβεται μεθοδικά από κάθε βιωματική ρίζα ελληνικής ιδιαιτερότητας, πολιτιστικής καύχησης, πίστης, λαϊκής ευσέβειας. Η λέξη «προσευχή» έχει απαλειφθεί ολοκληρωτικά, υπάρχει μόνο ένα λαϊκό στιχούργημα επίκλησης στο Θεό για βροχή, που τιτλοφορείται «Παρακάλεση». Στα τρία χρόνια εμφανίζεται δύο φορές η λέξη Παναγιά-Παναγίτσα και άλλες δύο η λέξη Χριστός, τη μία σε κείμενο του Ανατόλ Φράνς(!) και την άλλη σε αφελές και πάλι στιχούργημα. Το Πάσχα και τα Χριστούγεννα μνημονεύονται με φολκλορική αποκλειστικά σημασιοδότηση και επεξηγήσεις του τύπου «τότε τρώμε αρνί σουβλιστό και κοκορέτσι» ή «μαμά, τα Χριστούγεννα θέλω να μου φτιάξεις χριστόψωμο». Ακόμα και ο «Αϊ-Λιάς» παρουσιάζεται στα παιδιά σαν γέρος θαλασσινός, που βαρέθηκε τη θάλασσα κι έστησε την καλύβα του σε μια κορφή: «Από τότε οι κορφούλες των βουνών γέμισαν εκκλησάκια του Αϊ-Λιά».
9. Βλ. το πολύ καλό άρθρο του συναδέλφου π. Θωμά Βαμβίνη, στο περιοδ. «Εκκλησιαστική Παρέμβαση» της Ι.Μητροπόλεως Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, Το Μάθημα των Θρησκευτικών και οι αντιδράσεις, Σεπτέμβριος 2008, σ.8 επ. Πολύ εύστοχα ο συγγραφέας σημειώνει: «Γι' αυτό δεν μπορεί κανείς να πη ότι μαθαίνει την Ιστορία του τόπου του, αν έχουν αφαιρεθή από αυτήν οι διεργασίες που έγιναν, π.χ. για την διατύπωση των δογμάτων της πίστεως, διεργασίες που δείχνουν αφενός μεν τις φιλοσοφικές ρίζες και τάσεις του ελληνισμού στην διαχρονική του πορεία, αφετέρου δε την σοφία των θεοπτών Πατέρων τής Εκκλησίας, οι οποίοι με την διατύπωση των δογμάτων διέσωσαν την δυνατότητα των πιστών να περνούν από τα λόγια και νοήματα των δογμάτων στη βίωση του μυστηρίου του Θεού, της Αγίας Τριάδος και της ενανθρωπήσεως του Χριστού, που είναι πέρα από κάθε λόγο και νόημα.
Η ιστορία της Εκκλησίας, τα γεγονότα που συνδέονται με την ζωή της, ο τρόπος ζωής των μελών της και ή θεολογία της, ως τμήμα της εθνικής μας ιστορίας, αλλά και ως παρόν, αφού η Εκκλησία συνεχίζει να υπάρχη και να νοηματοδοτή την ζωή των περισσοτέρων πολιτών του Ελληνικού Κράτους, Ελλήνων και αλλοδαπών, είναι ένα μάθημα, που οφείλει να διδάσκεται κάθε πολίτης αυτής της χώρας, πιστός και άπιστος, χριστιανός, αλλόθρησκος ή αλλόδοξος, που θέλει να είναι ενημερωμένος και ενσυνείδητα πνευματικά τοποθετημένος».
10. Βλ. π. Γ.Δ. Μεταλληνού, Εκκλησία και σύγχρονος Ελλαδικός Πολιτισμός, Αθήναι 2006.
Ρήξις: Μια καλή απάντηση σε ανθυπομετριότητες τύπου Γιαγκάζογλου που τόλμησαν "σπουδές" στον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τη Θεολογία των ακτίστων ενεργειών... πριν ασχοληθούν με την καταστροφή του ελληνικού σχολειού. Σα δε ντρέπεστε λέω εγώ! Μασοναριά του κερατά! Αθεόφοβα μολύματα, που βάλατε σκοπό να τα καταστρέψετε όλα!
Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010
Ηλεκτρονική απάτη στη βενζίνη
Κλέβουν στη βενζίνη ολοένα και περισσότερα πρατήρια πειράζοντας µε ηλεκτρονικάσυστήµατα τελευταίας τεχνολογίας τις αντλίες των καυσίµων, µε αποτέλεσµα οι οδηγοί να παραλαµβάνουν λιγότερη ποσότητα από εκείνη για την οποία πλήρωσαν.
Τις ανησυχητικές διαστάσεις που προσλαµβάνει το φαινόµενο καταγγέλλουν οι εκπρόσωποι των βενζινοπωλών και συγκεκριµένα η Πανελλήνια Οµοσπονδία Πρατηριούχων Εµπόρων Καυσίµων (ΠΟΠΕΚ), ενώ την αύξηση των κρουσµάτων παραδέχεται και το αρµόδιο υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξηςκαι Ανταγωνιστικότητας.
Οι πληροφορίες των βενζινοπωλών αναφέρονται σε κυκλώµατα που τοποθετούν σύγχρονα ψηφιακά συστήµατα στις αντλίες των πρατηρίων µε σκοπό τις ελλειµµατικές παραδόσεις, σε ποσοστό συνήθως5% επί της παραγγελθείσας ποσότητας, διαπίστωση που προκύπτει και από καταγγελίες όσων έχουν πέσει θύµατα.
Οι έλεγχοι
Στο θέµα παρενέβη και το αρµόδιο υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, γνωστοποιώντας ότι οι υπηρεσίες του προέβησαν ήδη σε 50 ελέγχους, εντοπίζοντας παράνοµους µηχανισµούς σε αντλίες που εξαπατούσαν και έκλεβαν τους καταναλωτές.
Αλλά ακόµη και όταν συλλαµβάνονται οι επιτήδειοι, αντί να τους αφαιρείται η άδεια του πρατηρίου, όπως παραδέχεται σε ανακοίνωσή του το υπουργείο, λόγω της ανεπαρκούς νοµοθεσίας απλώς σφραγίζονται οι παράνοµες αντλίες.
Αµέσως µετά την αφαίρεση των παράνοµων µηχανισµών «αποσφραγίζονται οι αντλίες, χωρίς ουσιαστική και αποτρεπτική ποινή για τους δράστες». Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που προωθεί προς ψήφιση τροπολογία για την επιβολή στο εξής αυστηρών ποινών, από την αναστολή λειτουργίας των πρατηρίων που παρανοµούν ώς και την οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας τους, πέραν των χρηµατικών προστίµων.
Εξαρση
Αιτία της έξαρσηςπου έχει προσλάβει η κλοπή στην αντλία δεν είναι άλλη από τηνεκτίναξη της τιµήςτης βενζίνης στα 1,588 ευρώ (η ακριβότερη στην Ευρώπη), κυρίως λόγω των απανωτών αυξήσεων στους φόρους.
Από τον Φεβρουάριο µέχρι σήµερα οι φόροι στα καύσιµα έχουν αυξηθεί 62,5%. Και η µέση τιµή της αµόλυβδης από 1,1 ευρώ έχει φτάσει στα 1,58 ευρώ το λίτρο (αύξηση 44%, όσο δηλαδή έχει αυξηθεί και το κέρδος για τον επιτήδειο). Αν, για παράδειγµα, ένα πρατήριο πουλάει ετησίως 6 εκατ. λίτρα βενζίνης, το 5% της κλοπής ισοδυναµεί µε 300.000 λίτρα. Με µέση τιµή βενζίνης το 1,58 ευρώ, ο συγκεκριµένος επιχειρηµατίας βάζει στην τσέπη γύρω στα 477.000 ευρώ µαύρα! ∆ηλαδή 40.000 ευρώ αφορολόγητα κάθε µήνα!
Οι µηχανισµοί αυτοί λέγεται ότι κοστίζουν γύρω στα 5.000 ευρώ και µπορεί κάποια από τα εξαρτήµατά τους να εισάγονται, αλλά πιθανώς να συναρµολογούνται στη Ελλάδα, όπως λέει άνθρωπος του χώρου. Στην αγορά µάλιστα εκτιµούν ότι τα κυκλώµατα σχετίζονται µε τον χώρο των κατασκευαστών αντλιών, καθώς µόνο εκείνοι γνωρίζουν το λογισµικό µιας αντλίας και άρα είναι σε θέση να παρέµβουν σε αυτόν.
http://www.tanea.gr
το πήραμε από: infognomonpolitics.blogspot.com
Γράμμα στην κυρία Ρεπούση
Κυρία Ρεπούτση μου,
Η διακήρυξη 44 της Ιεραρχίας της Ελλάδος εξεδόθη, διότι έτσι γούσταραν οι ιεράρχες. Ακριβώς όπως εσείς γουστάρετε να ομιλείτε για συνωστισμό στη Σμύρνη και να επικροτείτε βιβλία ιστορίας, όπου περίοπτη θέση κατέχει το νόμισμα του ευρώ έναντι μικρογραφιών του Κολοκοτρώνη, του Καραϊσκάκη και λοιπών αγωνιστών του ΄21. Όπως σεις γουστάρετε να αγαλλιάσθε βλέποντας χιλιάδες μουσουλμάνων να προσεύχονται δημοσία και συντονισμένα απαιτώντας προκλητικά να ανεγερθούν τζαμιά. Όπως σεις στο όνομα της επιστήμης γουστάρετε να πρεσβεύετε πράγματα που είναι αντίθετα με όσα πρεσβεύει το 98% του ελληνικού λαού. Κι ’αν δεν απατώμαι, ως πανεπιστημιακός ...
ορκιστήκατε πίστη στο Σύνταγμα και στους νόμους κ.λπ. Ρίξτε, λοιπόν, μια ματιά στο Σύνταγμα. Λέει πώς το δόγμα της ανατολικής ορθοδόξου εκκλησίας είναι η επικρατούσα θρησκεία στη χώρα μας. Αν δεν σας αρέσει, γιατί δεν παραιτείσθε; Ή τουλάχιστον, γιατί δεν εισηγείσθε στον ΓΑΜΑΠ να αναθεωρήσει και αυτή τη διάταξη, όταν θα τροποποιήσει το άρθρο 86 περί μη ευθύνης υπουργών, αν το τροποποιήσει; Αλήθεια, δεν σας είδα να γράφετε μέχρι τώρα κάτι γι’ αυτό το κατάπτυστο άρθρο. Δεν σας ενοχλεί, αλλά σας ενοχλεί η διακήρυξη 44. Ούτε και το μνημόνιο σας ενόχλησε. Και βεβαίως, δεν σας ενόχλησε που η ίδια η Εκκλησία, την οποία μέμφεσθε ποικιλοτρόπως, διώχνει λόγω πενίας 20 κακοποιημένες γυναίκες από ένα ίδρυμα που ίδρυσε ο Χριστόδουλος. Γιατί δεν πήρατε το μέρος αυτών των γυναικών κατακεραυνώνοντας την Εκκλησία, ώστε να σας επικροτήσει επί τέλους το 98% του ελληνικού λαού;
Εν τέλει τι είναι αυτό που σας ενόχλησε; Το περιεχόμενο της διακήρυξης ή το αναφαίρετο δικαίωμα της Εκκλησίας να διακηρύσσει;
Αλήθεια, γιατί το ΕΛΙΑΜΕΠ μπορεί να έχει λόγο για τα τεκταινόμενα εν Ελλάδι και δεν μπορεί η Εκκλησία;
Δεν σας είδα να μέμφεσθε το ΕΛΙΑΜΕΠ και όλα τα σωματεία σφραγίδες [=μη κυβερνητικές οργανώσεις] που επιχορηγούν χωρίς να ερωτώνται οι έλληνες φορολογούμενοι. Σας πείραξε, όμως, που οι παπάδες πληρώνονται από τον ελληνικό λαό. Κι’ άμα λάχει, εισηγηθείτε να γίνει ένα δημοψήφισμα για το θέμα. Έχουμε να δούμε δημοψήφισμα από το 1974. Καιρός είναι να σπάσουμε το ρόδι.
Σωτήριος Καλαμίτσης
Δικηγόρος
"ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΚΑΛΑΜΙΤΣΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ"
skalamitsis@kalamitsis.gr
το πήραμε από www.taxalia.blogspot.com
Η διακήρυξη 44 της Ιεραρχίας της Ελλάδος εξεδόθη, διότι έτσι γούσταραν οι ιεράρχες. Ακριβώς όπως εσείς γουστάρετε να ομιλείτε για συνωστισμό στη Σμύρνη και να επικροτείτε βιβλία ιστορίας, όπου περίοπτη θέση κατέχει το νόμισμα του ευρώ έναντι μικρογραφιών του Κολοκοτρώνη, του Καραϊσκάκη και λοιπών αγωνιστών του ΄21. Όπως σεις γουστάρετε να αγαλλιάσθε βλέποντας χιλιάδες μουσουλμάνων να προσεύχονται δημοσία και συντονισμένα απαιτώντας προκλητικά να ανεγερθούν τζαμιά. Όπως σεις στο όνομα της επιστήμης γουστάρετε να πρεσβεύετε πράγματα που είναι αντίθετα με όσα πρεσβεύει το 98% του ελληνικού λαού. Κι ’αν δεν απατώμαι, ως πανεπιστημιακός ...
ορκιστήκατε πίστη στο Σύνταγμα και στους νόμους κ.λπ. Ρίξτε, λοιπόν, μια ματιά στο Σύνταγμα. Λέει πώς το δόγμα της ανατολικής ορθοδόξου εκκλησίας είναι η επικρατούσα θρησκεία στη χώρα μας. Αν δεν σας αρέσει, γιατί δεν παραιτείσθε; Ή τουλάχιστον, γιατί δεν εισηγείσθε στον ΓΑΜΑΠ να αναθεωρήσει και αυτή τη διάταξη, όταν θα τροποποιήσει το άρθρο 86 περί μη ευθύνης υπουργών, αν το τροποποιήσει; Αλήθεια, δεν σας είδα να γράφετε μέχρι τώρα κάτι γι’ αυτό το κατάπτυστο άρθρο. Δεν σας ενοχλεί, αλλά σας ενοχλεί η διακήρυξη 44. Ούτε και το μνημόνιο σας ενόχλησε. Και βεβαίως, δεν σας ενόχλησε που η ίδια η Εκκλησία, την οποία μέμφεσθε ποικιλοτρόπως, διώχνει λόγω πενίας 20 κακοποιημένες γυναίκες από ένα ίδρυμα που ίδρυσε ο Χριστόδουλος. Γιατί δεν πήρατε το μέρος αυτών των γυναικών κατακεραυνώνοντας την Εκκλησία, ώστε να σας επικροτήσει επί τέλους το 98% του ελληνικού λαού;
Εν τέλει τι είναι αυτό που σας ενόχλησε; Το περιεχόμενο της διακήρυξης ή το αναφαίρετο δικαίωμα της Εκκλησίας να διακηρύσσει;
Αλήθεια, γιατί το ΕΛΙΑΜΕΠ μπορεί να έχει λόγο για τα τεκταινόμενα εν Ελλάδι και δεν μπορεί η Εκκλησία;
Δεν σας είδα να μέμφεσθε το ΕΛΙΑΜΕΠ και όλα τα σωματεία σφραγίδες [=μη κυβερνητικές οργανώσεις] που επιχορηγούν χωρίς να ερωτώνται οι έλληνες φορολογούμενοι. Σας πείραξε, όμως, που οι παπάδες πληρώνονται από τον ελληνικό λαό. Κι’ άμα λάχει, εισηγηθείτε να γίνει ένα δημοψήφισμα για το θέμα. Έχουμε να δούμε δημοψήφισμα από το 1974. Καιρός είναι να σπάσουμε το ρόδι.
Σωτήριος Καλαμίτσης
Δικηγόρος
"ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΚΑΛΑΜΙΤΣΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ"
skalamitsis@kalamitsis.gr
το πήραμε από www.taxalia.blogspot.com
Περίεργες τοποθετησεις του αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου
Μια αρκετά ευστοχη ανάλυση των λόγων του αρχιεπισκόπου από το μπλογκ του trelogianni
Ε ναι! Τελικά θα τον προτιμούσα σιωπηλό, όπως ήταν μέχρι τώρα, παρά ομιλούντα!
Για τον Αρχιεπίσκοπο λέω, ο οποίος μιλώντας σε εκδήλωση του Sky (που βρήκε να πάει ο άνθρωπος!) είπε, μεταξύ άλλων:
"Αυτή τη στιγμή είναι μονόδρομος και πρέπει όλοι να το καταλάβουμε αυτό, ότι χρειαζόμαστε την συνεργασία κάθε μορφής, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή..."
Με το μπαρδόν Μακαριώτατε αλλά γιατί είναι μονόδρομος;
Ποιά "τροχαία" έχει κλείσει όλους τους άλλους δρόμους; Αυτή της παγκοσμιοποίησης που έβγαλε στις στράτες της χώρας τους ντόπιους "τροχονόμους" της πολιτικής εξουσίας και μας δείχνουν πώς να πεθάνουμε της πείνας, αφού πρώτα ξεραθεί η ψυχή μας από Χριστό και Ελλάδα;
Κι'αυτό πάλι το "συνεργασία κάθε μορφής"....
Δηλαδή και με τον διάβολο;
Δηλαδή και μ'αυτούς που ξεπουλάνε τα κόκαλα της μάνας τους για μια καρέκλα εξουσίας;
Δηλαδή μας λέτε " ο σκοπός αγιάζει τα μέσα"; Kαι εν προκειμένω, σκοπός είναι να μην κακοκαρδίσουμε τους δυνάστες.
Και τώρα που είπα δυνάστες, διαβάζω ότι τα "πήρατε κρανίο" με την ανακοίνωση της Συνόδου για τις δυνάμεις Κατοχής.
Γιατί Μακαριώτατε; Δεν είναι Κατοχή;
"Εύχομαι να οπλιστούμε με υπομονή, με αγάπη αλλά κυρίως με πνεύμα αλληλεγγύης και συνεργασίας".
Οχι Μακαριώτατε!
Καλή αντίσταση έπρεπε να εύχεσθε. Και στην Κατοχή του '40, η Εκκλησία με την αντίσταση ήταν και όχι με τους κατακτητές!
Υπομονή μπορείτε να κάνετε εσείς που σας υπηρετούν και δεν πεινάτε. Εμείς είμαστε προ της πείνας. Μας κυνηγούν Τράπεζες, Εφορία, χίλιοι διαβόλοι.
Ελάτε να σταθείτε αλληλέγγυοι λοιπόν. Οπως ακριβώς ζητάτε από μας! Μας κόβουν μισθούς, συντάξεις, εργασία σε λίγο και σεις συμβουλεύετε "υπομονή";
Αντε και κάνουμε υπομονή. Γιατί όμως; Μήπως θα σωθεί η πατρίδα;
Να κάνουμε υπομονή για να τρώνε δίχως στρες (sic) οι Πάγκαλοι και οι πάνκακοι, για να χοντραίνουν, να στέλνουν τα τέκνα τους στα εξωτερικά για σπουδές και μεις να κόβουμε το τσιγάρο, μπας και φτάσουν για τον επιούσιο;
Στους υψηλούς σας φίλους να κάνετε συστάσεις για περικοπές Μακαριώτατε.
Να πείτε σ'αυτούς που σας βλέπουμε να αγκαλιάζετε, να μειώσουν λίγο τα χιλιάρικα των μισθών τους, να τρώνε λιγώτερα χαβιάρια (έχουν αδειάσει ολόκληρο Βόλγα), να μην πληρώνουν 700 ευρώ κομμωτήριο κ.τ.λ.
Σ'εμάς να μιλήσετε όταν θα έχετε κάνει πολύ προσευχή, όταν θα έχετε πεινάσει, όταν θα έχετε τιναχθεί στον ύπνο σας για το ενοίκιο ή όταν θα έχετε καταλάβει ότι εμείς δεν σας χρειαζόμαστε ως άλλη μία αυθεντία αλλά ως πατέρα μας πνευματικό, με λόγο παρηγορητικό και κυρίως πνευματικό.
Μέχρι τότε "κρείττον το σιγάν".
πηγη trelogiannis
το πήραμε από: toaftonoito.blogspot.com
Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010
Μιχάλης Ιγνατίου : "Εκβιάζει η Άγκυρα για την Κύπρο"
Προκάλεσε ο Εγκεμέν Μπαγίς μιλώντας στην κυπριακή εφημερίδα Σημερινή, αλλά την ίδια στιγμή αποκάλυψε και τις προθέσεις της Άγκυρας εναντίον της Κύπρου, όπως και την καλή διάθεση της χώρας του να συνεργαστεί με την Ελλάδα υπό τον όρο της από κοινού διαχείρισης των πόρων του Αιγαίου Πελάγους.Ο Τούρκος υπουργός Επικρατείας και επικεφαλής των διαπραγματεύσεων για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση απείλησε εμμέσως πλην σαφώς την Κυπριακή Δημοκρατία και δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξει κανείς
ότι ο εκβιασμός του πολέμου ήταν ορατός στα λόγια του, ιδιαίτερα
στην περίπτωση που η Άγκυρα αποσύρει το ενδιαφέρον της και
τερματίσει τις συνομιλίες με τις Βρυξέλλες.
«Η Τουρκία», προειδοποίησε ο φανατικός ισλαμιστής πρώην μεταφραστής του
Ταγίπ Ερντογάν που νόμισε ξαφνικά πως έγινε… Προφήτης, «είναι έτοιμη για
τη μεγάλη λύση, η Τουρκία είναι έτοιμη για άμεση λύση, η Τουρκία είναι έτοιμη
για μη λύση, η Τουρκία είναι επίσης έτοιμη για μια μεγάλη κρίση. Είμαστε έτοιμοι
για όλα».
Η αλήθεια –πέραν της απειλής για κρίση– είναι εντελώς διαφορετική και ουδείς
στον ελληνικό και το διεθνή χώρο πρέπει να έχει την παραμικρή
αμφιβολία ότι η Άγκυρα ροκανίζει το χρόνο έως ότου «βαρεθούν οι Ελληνοκύπριοι
και παραδοθούν». Και, δυστυχώς, στην κυπριακή κοινωνία είναι εμφανής η
κούραση από την απουσία λύσης με αποτέλεσμα να ακούγονται
κουβέντες για συνθηκολόγηση, ακόμα και για διχοτόμηση. Δυστυχώς πολλοί
άνθρωποι ξεχνούν ότι το πραξικόπημα και η εισβολή, το δίδυμο έγκλημα
εναντίον της Κύπρου, σχεδιάστηκε με στόχο τη διχοτόμηση για να εξυπηρετηθούν
τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή. Άρα, όσοι ζητούν
διχοτόμηση εξυπηρετούν στην άγνοιά τους τα συμφέροντα των ξένων, και ειδικά
αυτών που δημιούργησαν το πρόβλημα. Η διχοτόμηση δεν είναι λύση,
ακόμα και εάν μέσω αυτής εξυπηρετείται η ανάγκη για «ένα καθαρά ελληνικό
κομμάτι» στο νησί.
Οι απειλές του κ. Μπαγίς, σε συνδυασμό με άλλες δηλώσεις και κινήσεις
της τουρκικής πλευράς, θα έπρεπε να συνετίσουν την Αθήνα και τη
Λευκωσία, που δείχνουν να μην έχουν στρατηγική αντιμετώπισης της
λαίλαπας που ετοιμάζει η Τουρκία, ενώ την ίδια στιγμή δεν αντιλαμβάνονται
και τα αυτονόητα: ότι η τουρκική πλευρά εκμεταλλεύεται και την
παραμικρή υποχώρηση και την αντιμετωπίζει ως δεδομένη. Οι εκβιασμοί
του Τούρκου υπουργού Επικρατείας έπρεπε να καταγγελθούν με τον πλέον
ισχυρό τρόπο. Αποτελούσαν και μια καλή ευκαιρία για να παρουσιαστεί
διεθνώς το πραγματικό πρόσωπο της Τουρκίας. Η αναιμική φραστική
αντίδραση αποτελεί ομολογία ενοχής για τις υπόγειες διαδρομές που
επέλεξε η διπλωματία μας.
Η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, δεν απείλησαν ποτέ
την Τουρκία. Ούτε είχαν ούτε έχουν αυτή τη δυνατότητα, διότι έτσι κι αλλιώς
επέλεξαν το «δρόμο της ειρήνης» όπως έδειξε η στάση του τότε πρωθυπουργού
στα Ίμια. Ήταν μια στάση συνετή για τους οπαδούς του και προδοτική
για τους αντιπάλους του. Δεν έχει σημασία ποιος έχει δίκιο, διότι το μόνο που
μετρά σε τέτοιες περιπτώσεις είναι το αποτέλεσμα. Κι όπως οι πάντες γνωρίζουν,
το Γενάρη του 1996 δεν εξυπηρετήθηκαν τα ελληνικά συμφέροντα…
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)